ἄγομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: άγομαι

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

ἄγομαι

  1. μέσες και παθητικές σημασίες του ἄγ
    1. οδηγούμαι
      κόλπος γῆς ἄγεται (σχηματίζεται λωρίδα γης)
    2. παιρνω μαζί μου, το κάνω δικό μου
      χρυσόν τε καὶ ἄργυρον οἴκαδ᾽ ἄγεσθαι
  2. παντρεύομαι
    ἄγεσθαι γυναῖκα
  3. αναλαμβάνω
    ἄγεσθαί τι ἐς χεῖρας