Η κατάρρευση της Ελλάδας – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η κατάρρευση της Ελλάδας

.

.

Δεν έχει νόημα να μιλάμε για δεξιές, κεντρώες ή αριστερές πολιτικές, πρέπει να είμαστε ενωμένοι δηλαδή, αφού απειλούμαστε με εθνικό αφανισμό –  έχοντας χάσει τον οικονομικό πόλεμο οριστικά το 2011 με την εγκληματική υπογραφή του PSI (Συνέντευξη).

.

(Το άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)

.

 Συνέντευξη με τον κ. Βασίλη Βιλιάρδο (πηγή). 

 

Ερώτηση (E): Εισαγωγικά θα θεωρούσατε ότι είσαστε αριστερός, δεξιός ή κεντρώος από πολιτικής άποψης;

Απάντηση (Α): Επειδή οι πολιτικές απόψεις των Πολιτών είναι συνήθως συγκεχυμένες,  με την έννοια ότι δεν στηρίζονται στη σωστή ερμηνεία των λέξεων, υπάρχουν δύο βασικά οικονομικά συστήματα, με ενδιάμεσες «αποχρώσεις»: η κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία, όπου το κράτος ρυθμίζει και ελέγχει τα πάντα, καθώς επίσης η οικονομία της ελεύθερης αγοράς, στην οποία οι αγορές έχουν αυτόν το ρόλο. Σε κάθε περίπτωση η αριστερή ιδεολογία είναι λιγότερο ή περισσότερο υπέρ του κρατισμού, ενώ η δεξιά πρεσβεύει ένα όσο το δυνατόν μικρότερο κράτος – στην ακραία τους μορφή τα πάντα ανήκουν στο κράτος από την αριστερή πλευρά ή τα πάντα στους ιδιώτες από τη δεξιά. Λόγω του ότι τώρα κατά την άποψη μου τόσο η ελεύθερη αγορά, όσο και το κράτος κάνουν μεγάλα λάθη, είμαι υπέρ της ισορροπίας μεταξύ τους – όπου ο ρόλος του δημοσίου επικεντρώνεται στη ρύθμιση της ελεύθερης αγοράς, ιδιαίτερα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, έτσι ώστε να μη λειτουργεί ασύδοτα όπως συμβαίνει τις τελευταίες δεκαετίες.

Στα πλαίσια αυτά θεωρώ πως για να έχει τη δυνατότητα να επεμβαίνει σωστά το κράτος, όταν οι ελεύθερες αγορές κάνουν λάθη ή/και για να προστατεύει τους Πολίτες όπου χρειάζεται, πρέπει να έχει στην ιδιοκτησία του τις κοινωφελείς, τις μονοπωλιακές κερδοφόρες, καθώς επίσης τις στρατηγικές επιχειρήσεις – ενώ όλες οι άλλες πρέπει να ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα. Ως εκ τούτου τοποθετώ τον εαυτό μου κάπου στο κέντρο, πιστεύοντας στην οικονομία της ελεύθερης αγοράς με κοινωνικό πρόσωπο – το οποίο εξασφαλίζεται από τη δίκαιη αναδιανομή των εισοδημάτων, λιγότερο μέσω των φόρων και περισσότερο με τη βοήθεια του ασφαλιστικού συστήματος.

Απαραίτητη προϋπόθεση φυσικά είναι η παραγωγή πλούτου από τις κοινωνίες, η οποία απαιτεί την ύπαρξη κινήτρων – κάτι που δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει η κεντρικά κατευθυνόμενη «σοβιετικού τύπου» οικονομία και για αυτό απέτυχε. Όταν ο πλούτος τώρα δεν αποκτάται με την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, αλλά μέσω των χρημάτων και του χρηματοπιστωτικού συστήματος γενικότερα, όπως δυστυχώς συμβαίνει σήμερα στο διαστρεβλωμένο πλέον δυτικό καπιταλισμό, τότε δεν πρόκειται για μία οικονομία της ελεύθερης αγοράς – αλλά για ένα αρρωστημένο σύστημα που οδηγεί στο χάος.

Στην Ελλάδα βέβαια δεν έχει νόημα σήμερα να μιλάμε για δεξιές, κεντρώες ή αριστερές πολιτικές, αφού αντιμετωπίζουμε έναν τεράστιο εθνικό κίνδυνο που μοιάζει με την κατοχή μας από ξένες δυνάμεις – έχοντας χάσει τον οικονομικό πόλεμο οριστικά το 2011 με την υπογραφή του PSI. Ουσιαστικά απειλούμαστε με εθνικό αφανισμό, οπότε οφείλουμε να είμαστε ενωμένοι, ανεξάρτητα από τις πολιτικές μας πεποιθήσεις – αφού διαφορετικά κινδυνεύουμε να σβηστούμε από το χάρτη, χωρίς καμία διάθεση υπερβολής.

E: Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, τους τελευταίους μήνες, έχει κάνει πανηγυρικές εξαγγελίες για την θετική στροφή της Ελληνικής οικονομίας, για την επιστροφή σε ρυθμούς ανάπτυξης, για την μείωση της ανεργίας, για το πρωτογενή πλεόνασμα, για το κοινωνικό μέρισμα που μοιράζει αυτό το καιρό και για την επερχόμενη έξοδο από τα μνημόνια που έχει εξαγγείλει για το 2018. Οι εξαγγελίες της κυβέρνησης, ωστόσο, έχουν σχέση με την οικονομική πραγματικότητα της Ελλάδας σήμερα;

A: Κατ’ αρχήν όταν ο ρυθμός ανάπτυξης το 2017 θα υπερβεί με δυσκολία το 1%, μετά από οκτώ χρόνια βαθιάς ύφεσης και απώλειας πάνω από 25% του ΑΕΠ, καθώς επίσης παρά τη συγκυριακή άνοδο του τουρισμού λόγω των προβλημάτων των γειτονικών χωρών, είναι ανόητο να πανηγυρίζει κανείς.

Όσον αφορά τη μείωση της ανεργίας, αφενός μεν αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα 500.000 Έλληνες, αφετέρου υπήρξε εκρηκτική άνοδος της μερικής απασχόλησης – οπότε ουσιαστικά η μία κανονική θέση εργασίας μοιράζεται σε δύο ανθρώπους. Σε κάθε περίπτωση, ο περιορισμός της ανεργίας μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την άνοδο του ΑΕΠ, διατηρώντας την ίδια παραγωγικότητα – όπου στην Ελλάδα η μία θέση εργασίας απαιτεί 50.000 € ΑΕΠ. Όταν λοιπόν όλα τα προηγούμενα έτη είχαμε ύφεση είναι αδύνατον να μειώθηκε ορθολογικά η ανεργία – σημειώνοντας πως σύμφωνα με το αξίωμα του OKKUN, για να περιορισθεί η ανεργία απαιτείται ρυθμός ανάπτυξης 2,3%.

Σε σχέση τώρα με το κοινωνικό μέρισμα, δεν αποτελεί επιτυχία η παραγωγή φτώχειας και το μοίρασμα της – ενώ είναι μάλλον εξευτελιστικό, αφού πρόκειται για ελεημοσύνη από χρήματα που δεν κέρδισε η χώρα, σημαίνοντας παράλληλα πως όλο και περισσότεροι άνθρωποι υποφέρουν από συνθήκες ακραίας φτώχειας.

Τέλος, η Ελλάδα δεν θα βγει από τα μνημόνια το 2018, αλλά από την τρίτη δανειακή σύμβαση – όχι με δική της θέληση, αφού θα ήταν ανόητο να προσφύγει στις αγορές για το δανεισμό της με επιτόκιο της τάξης του 4% που απαιτεί μεγαλύτερο του 4% ρυθμό ανάπτυξης, όταν ο ESM τη δανείζει με 1%. Από τα μνημόνια θα βγει όταν αντικαταστήσει το 75% των χρεών της απέναντι στα κράτη μέσω των αγορών – κάτι που αποκλείεται να συμβεί αυτόν τον αιώνα.

E: Για μια οικονομία που βρίσκεται στην κατάσταση που βρίσκεται η οικονομία της Ελλάδας, ύστερα από οκτώ χρόνια βαθιάς ύφεσης, τι σημαίνει πρωτογενές πλεόνασμα και ρυθμός ανάπτυξης γύρω στο 1 ή 1,5%;

A: Εξαρτάται από τον τρόπο που επιτυγχάνεται το πρωτογενές πλεόνασμα. Στη δική μας περίπτωση δεν προέρχεται από την άνοδο του πλούτου, από τη μεγαλύτερη παραγωγή δηλαδή αγαθών και υπηρεσιών, αλλά από την υπερβολική φορολόγηση και τις μηδενικές δημόσιες επενδύσεις – από μέτρα λοιπόν που εντείνουν την ύφεση, ενώ καταστρέφουν μεθοδικά όλες τις μελλοντικές προοπτικές της οικονομίας μας. Επομένως όσο μεγαλύτερο το πρωτογενές πλεόνασμα, τόσο πιο καταστροφικό – ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης 1 ή 1,5% είναι ασφαλώς αστείος, προερχόμενος κυρίως από τον τελευταίο συντελεστή του ΑΕΠ: από τη μείωση των εισαγωγών λόγω της φτωχοποίησης των Ελλήνων (ΑΕΠ = Κατανάλωση + Ιδιωτικές επενδύσεις+ Δημόσιες δαπάνες + {Εξαγωγές – Εισαγωγές}).

E: Αναφερόμενος στο κοινωνικό μέρισμα και στην πολιτική που ασκεί αυτό το διάστημα η κυβέρνηση, λέγεται πως η συγκυβέρνηση προσπαθεί να χαρακτηρίσει την πολιτική που ακολουθεί ως ταξική πολιτική. Πιστεύετε ωστόσο πως αυτή η πολιτική προσέγγιση εκ μέρους της κυβέρνησης πείθει τους πολίτες και τους ψηφοφόρους;

A: Η φτώχεια είναι συγκριτικό μέγεθος, κάτι που φαίνεται να γνωρίζει πολύ καλά η κυβέρνηση – η οποία, έχοντας αριστερές καταβολές, διαθέτει γκεμπελικές ικανότητες χειραγώγησης του πλήθους. Εν προκειμένω εννοώ πως όταν ο γείτονας δεν είναι πλούσιος, ο άνθρωπος νοιώθει λιγότερο φτωχός από ότι είναι στην πραγματικότητα – οπότε με τη φτωχοποίηση του συνόλου μειώνονται οι αντιδράσεις. Γνωρίζοντας τώρα πως πάνω από 800.000 Έλληνες έχουν οδηγηθεί πια βίαια από τη μεσαία τάξη στην κατώτερη, φαίνεται πως η κυβέρνηση πέτυχε το στόχο της – αυξάνοντας το προλεταριάτο στη χώρα μας, επάνω στο οποίο θα μπορούσε να στηριχθεί ένα μη δημοκρατικό καθεστώς, αφού η μεσαία τάξη είναι το στήριγμα της Δημοκρατίας.

E: Μπορείτε να προσφέρετε μια αποτίμηση για το οικονομικό κόστος της κρίσης και των μνημονιακών πολιτικών για την Ελλάδα, την Ελληνική οικονομία και κυρίως για την αξία όλων των περιουσιακών στοιχείων της χώρας;

A: Το υλικό κόστος της χώρας μας λόγω των μνημονίων υπολογίζεται άνω του 1 τρις € -ενώ το έμψυχο είναι ανυπολόγιστο, αφού έχουν καταστραφεί όλες οι σημερινές και αρκετές μελλοντικές γενιές. Τα περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου υπολογίσθηκαν από το ΔΝΤ το 2010 στα 300 δις €, ενώ σήμερα είναι κάτω από τα 50 δις €. Τα ιδιωτικά ακίνητα είχαν αξία το 2010 περί το 1,1 τρις € ενώ το 2014 είχαν χαθεί ήδη πάνω  από 500 δις € κατά την Credit Suisse. Εάν σε όλα αυτά προσθέσουμε την κατάρρευση των τιμών των εισηγμένων επιχειρήσεων, όπου χάθηκαν πάνω από 150 δις €, τα 45 δις € που χάθηκαν από τις τράπεζες μαζί με αυτές και επιβάρυναν το χρέος, τις τρομακτικές μειώσεις των εισοδημάτων κοκ., θα καταλάβουμε πως το 1 τρις € είναι μάλλον συντηρητικό.

E: Έχετε αναφερθεί στην προ-2009 καταστροφή του Ελληνικού παραγωγικού ιστού. Κατά την άποψη σας που οφείλεται αυτή η καταστροφή;

A: Στις λανθασμένες πολιτικές όλων των ελληνικών κυβερνήσεων, στη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ που ήταν προσαρμοσμένη στη γερμανική οικονομία, καθώς επίσης στις εσφαλμένες τοποθετήσεις των Ελλήνων σε ακίνητα αντί στην παραγωγή.

E: Ωστόσο, πιστεύετε πως και οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως για παράδειγμα η κοινή αγροτική πολιτική, φέρουν κάποιες ευθύνες για την κατάρρευση της Ελληνικής οικονομίας;

A: Εν μέρει ασφαλώς, επειδή κατέρρευσε ο πρωτογενής μας τομέας, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν οι φθηνές εισαγωγές από την Κίνα και την υπόλοιπη Ασία, λόγω των οποίων καταστράφηκαν πολλοί βιομηχανικοί κλάδοι – οι οποίοι δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον αθέμιτο ανταγωνισμό της Κίνας ενώ η Ελλάδα, μη συμμετέχοντας στις δυτικές βιομηχανικές επαναστάσεις, δεν είχε τη δυνατότητα να αναπτυχθεί στους τομείς της υψηλής τεχνολογίας κλπ. όπως οι άλλες χώρες του ευρωπαϊκού κέντρου.

E: Έχετε γράψει, στην αρθρογραφία σας, για την ανάγκη μείωσης της φορολόγησης στην Ελλάδα και για την μεγάλη αβεβαιότητα που προκαλεί στους πιθανούς επενδυτές, το φορολογικό σύστημα της χώρας. Είναι όμως δυνατόν οι κυβερνώντες να μην το καταλαβαίνουν αυτό; Με άλλα λόγια, αυτές οι καταστροφικές φορολογικές πολιτικές, μήπως εφαρμόζονται σκόπιμα με στόχο την μη ανταγωνιστικότητα της χώρας και την περαιτέρω εξαθλίωση των πολιτών της;

A: Το πρώτο που χρειάζεται η Ελλάδα, εκτός από την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και της πολιτικής διαφθοράς, καθώς επίσης τη γρήγορη απονομή Δικαιοσύνης, είναι ένα σταθερό φορολογικό σύστημα, το οποίο να ισχύει για τα επόμενα δέκα χρόνια – αφού διαφορετικά δεν επενδύει κανένας. Σε σχέση με τους φορολογικούς συντελεστές, πρέπει να είναι ανταγωνιστικοί τουλάχιστον με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, όπως η Κύπρος και η Ιρλανδία – πόσο μάλλον όταν βρισκόμαστε σε μία γειτονιά που όλα τα άλλα κράτη, όπως η Βουλγαρία και η Τουρκία, έχουν χαμηλότερους συντελεστές.

Όσον αφορά την κυβέρνηση, φυσικά το γνωρίζει, αλλά δεν νομίζω πως είναι σωστό να την κατηγορεί κανείς για τέτοιου είδους σκοπιμότητες. Κατά την άποψη μου η πολιτική που εφαρμόζει οφείλεται στις λανθασμένες διαπραγματεύσεις λόγω ανικανότητας και ανεπάρκειας των στελεχών της – αφού είμαστε η μοναδική χώρα που δεν έλαβε κανένα απολύτως αντάλλαγμα για τα μέτρα λιτότητας που επιβάλλει. Όταν βέβαια ένα κράτος έχει υποθηκεύσει τα πάντα, όπως η Ελλάδα, αποδεχόμενο τη σκλαβιά του στο διηνεκές ή έστω για τα επόμενα 99 χρόνια, δεν διαθέτει κανένα διαπραγματευτικό χαρτί – πόσο μάλλον όταν η ελληνική κοινωνία δεν διαμαρτύρεται καν, δεν εξεγείρεται και δεν απαιτεί πια τίποτα.

Συνεχίστε στη 2η σελίδα (…)

Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading