Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημήτρης Ουλής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημήτρης Ουλής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2019

Ο Αλ, ο Τζακ και οι Γοργόνες

Του Δημήτρη Ουλή


Coolies ονομάζονται ήδη από τον 17ο αιώνα οι ανειδίκευτοι εργάτες ή αχθοφόροι των σιδηρόδρομων της νότιας Ασίας οι οποίοι συνηθίζουν, καταπώς λέει το τραγούδι, να τρώνε σκυφτοί ρύζι με κάρι. Μαθαίνουμε ωστόσο από την αγγλική Wikipedia ότι «coolie is now regarded as derogatory or a racial slur», δηλαδή ότι η λέξη αποδίδει σήμερα ένα μειωτικό και εν γένει ρατσιστικό στίγμα σε εκείνον στον οποίο απευθύνεται.

Λέγοντας, για παράδειγμα σε κάποιον «είσαι κούλης», τον υποβιβάζουμε αυτόχρημα φυλετικά και κοινωνικά. Επ’ ευκαιρία λοιπόν της πρώτης στήλης του φετεινού ακαδημαϊκού έτους, θα ήθελα να εξομολογηθώ την ανακούφισή μου που με λένε λένε Ουλή και όχι Κούλη. Είναι πολύ βαρύ πράγμα το ίδιο σου το όνομα να σημαίνει βρισιά.

Εν μέσω του πιο άχαρου ίσως μήνα του χρόνου, προσπαθώ να κρατήσω μέσα μου άσβεστο τον απόηχο του καλοκαιριού. Αλλά με όσα συμβαίνουν γύρω σου και όσα φτάνουν ως τα αυτιά σου, είναι αδύνατον να αγιάσεις. Ο κομματικός απολογητής σπεύδει αμέσως να σου αντιτείνει: «ενώ με τους προηγούμενους ήταν καλύτερα, ε;».

Η θρασύτητα της μανούβρας (τόσο φτηνή και τόσο συνηθισμένη πλέον στο δημόσιο πολιτικό λόγο), με κάνει κυριολεκτικά να δαιμονίζομαι. Είναι σαν να κατηγορείς τον Αλ Καπόνε για τις εγκληματικές του πράξεις, κι εκείνος να σου απαντά: «ενώ ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης είναι καλύτερος, ε;». ΄Οχι, υποκόπανε, δεν είναι καλύτερος. Αλλά επειδή οι προηγούμενοι ήταν απόπατος, δεν σημαίνει ότι οι τωρινοί είναι το αγλάϊσμα της οικουμένης. Η ηλιθιότητα του άλλου, δεν σε απαλάσσει από τη δική σου ηλιθιότητα. Ούτε η διαφθορά του αντιπάλου σου, συνεπάγεται αυτόχρημα τη δική σου ηθικότητα.

Μια μέρα του Αυγούστου, η κόρη μου με ρώτησε γιατί στη θάλασσα δεν υπάρχουν γοργόνες. «΄Εχω ψάξει σε όλες τις παραλίες με τη μάσκα μου», μου είπε, «αλλά δεν έχω δει καμία». Πρόκειται για την πιο ενδιαφέρουσα ίσως ερώτηση που άκουσα καθόλη τη διάρκεια του καλοκαιριού. «Δεν ξέρω, κοριτσάρα μου. Κι εγώ την ίδια απορία έχω». Off the record, πάντως, μπαίνω στον πειρασμό να υποθέσω ότι οι γοργόνες αποσύρθηκαν στα ενδότερα των ωκεανών διότι δεν άντεξαν άλλο το θάμβος της ανάπτυξης και την ορμητική φορά της κανονικότητας. Αμα η κόρη μου μεγαλώσει, ελπίζω να το καταλάβει καλύτερα.

Κατά τα υπόλοιπα, όλα καλά, όλα ανθηρά. Κι αν βάλουμε όλοι ένα χεράκι («όλοι μαζί μπορούμε!») για να καθαρίσουν εντελώς τα Εξάρχεια από τις σκόνες και τα σκουπίδια, είμαι σίγουρος ότι σε ανύποπτο χρόνο θα ξαναγίνουμε μια χώρα ευρωπαϊκή.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2019

Ο συνδρομητής δεν θα ειδοποιηθεί για την κλήση σας

Του Δημήτρη Ουλή


Πώς τολμάτε να μας παίρνετε τηλέφωνο από τα «γραφεία» σας για να κάνετε εκλογική δημοσκόπηση μεσημεριάτικα; Ποιος σας είπε ότι έχω όρεξη να ακούω τις νεοφώτιστες φωνές των κολαούζων σας; Πόσο θράσος και αναισχυντία πρέπει να κουβαλάτε στις πλάτες σας για να μας στέλνετε μηνύματα και να μας προτρέπετε να σας ψηφίσουμε –λες και το «δικαιούστε» απροϋπόθετα; Μήπως είμαστε κολλητάρια από το στρατό και μου έχει διαφύγει; Μήπως έχω κάποια ηθική υποχρέωση απέναντί σας ή σας χρωστώ κάποια εκδούλευση και δεν το θυμάμαι;

Με ποιο δικαίωμα σέρνεστε σαν ερπετά στον προσωπικό μου «τοίχο» στο Facebook, ενώ ουδέποτε σας κάλεσα και ουδέποτε δήλωσα ότι «μου αρέσει» το πρόσωπο και η σελίδα σας; (το αντίθετο: αμφότερα μού προκαλούν ισχυρή τάση για εμετό). Τι με νοιάζει εμένα αν «πληρώσατε» για τις διαφημίσεις σας; Με ρωτήσατε αν επιθυμώ εξαρχής να παίξω το ρόλο του καταναλωτή; ΄Η μήπως πιστεύετε ότι είμαι υποχρεωμένος να σας υφίσταμαι, απλώς και μόνο επειδή «πληρώσατε»; (για οίκο ανοχής με περάσατε;) Αν θέλετε να «πληρώσετε», πληρώστε εκεί που σας παίρνει: στα παπαγαλάκια σας, στις κομματικές σας νεολαίες, στους λοβοτομημένους οπαδούς σας, στους καταναλωτές της μπουρδολογίας σας. ΄Οχι σ’ εμένα. Εμένα, να με παρατήσετε ήσυχο. Και να μην με ενοχλείτε, όπως κι εγώ ποτέ μου δεν σας ενόχλησα. Και να μην με προσεγγίζετε, όπως κι εγώ ποτέ μου δεν σας προσέγγισα.

Για ποιον λόγο, άλλωστε, να σας προσεγγίσω; Μήπως δείξατε ποτέ το παραμικρό ενδιαφέρον για μένα; Μήπως με πήρατε ποτέ τηλέφωνο κάποια άλλη περίοδο, πέραν της προεκλογικής; Ποιος από εσάς με βοήθησε ποτέ στα μαύρα χρόνια της ανεργίας μου; Νοιαστήκατε ποτέ για τους καημούς και τα όνειρά μου, γι’ αυτό που είμαι και εκπροσωπώ; Ακούσατε ποτέ την ιστορία που έχω να αφηγηθώ; Μου παρείχατε ποτέ έστω και την πιο στοιχειώδη βοήθεια ή διευκόλυνση σε οτιδήποτε προσπάθησα να κάνω; Διετύπωσα ποτέ κάποιο αίτημά μου το οποίο να μην έπεσε πάνω στα χημικά της αστυνομίας σας; Με κάνατε ποτέ να νιώσω ασφαλής; Με «ελευθερώσατε» ποτέ από κάτι; Αποδώσατε ποτέ δικαιοσύνη; Μου προσφέρατε δουλειά, υγεία, παιδεία και αξιοπρέπεια; Δώσατε στο παιδί μου ευκαιρίες για μια καλύτερη ζωή από εκείνη που έζησα εγώ;

Σας περιφρονώ βαθύτατα, όπως περιφρονώ τον οποιονδήποτε «πλασιέ», ιεραπόστολο ή εμπειρογνώμονα θέλει να μου πουλήσει σωτηρία, θεωρία και δημοκρατία· όσο δε για το τι προτίθεμαι να ψηφίσω στις επόμενες εκλογές, αυτό αφορά μονάχα εμένα και τη συνείδησή μου. ΄Οχι τα κομματικά σας γραφεία και τις γελοίες δημοσκοπήσεις σας.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2019

Και τώρα τι;

Του Δημήτρη Ουλή


Η σπουδή με την οποία διατυπώνονται «θέσεις» και «συμπεράσματα» για τα αποτελέσματα των προσφάτων εκλογών, η βεβαιότητα με την οποία προεξοφλούνται οι πολιτικές τους συνέπειες – μα πάνω απ’ όλα, η καπηλεία των αποτελεσμάτων αυτών από κομματάρχες και κομματικούς παπαγάλους παντοίας αποχρώσεως, με στόχο να πει ο καθένας το κοντό του και το μακρύ του, επιτείνουν μέσα μου την ανάγκη να τρέξω να κρυφτώ. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, το προπατορικό αμάρτημα όλων των παραπάνω διεργασιών έγκειται στην προσπάθεια να εξαχθεί μία ορισμένη λογική από τα πράγματα ή να εισαχθεί μία ορισμένη λογική στα πράγματα –λογική τιμωρητική, λογική συμφεροντολογική, λογική οπαδική– εκεί που μάλλον δεν υπάρχουν ούτε λογική, ούτε πράγματα. Απλή ασυναρτησία: αυτή είναι η δική μου εκτίμηση. Και μέσα στην ασυναρτησία, μέσα στο γενικό μπάχαλο και τη σύγχυση, όποιος πρόλαβε να επωφεληθεί, να πουλήσει μούρη, να κάνει αρπαχτή.

Με συγχωρείτε, σύντροφοι, που ακούγομαι δογματικός. Δεν είναι αυτή η πρόθεσή μου. Πολύ πιθανόν να κάνω λάθος· κι ακόμα πιθανότερο, να λείπουν κρίσιμες παράμετροι από το όλο ερμηνευτικό μου σχήμα. Σας λέω όμως με το χέρι στην κοιλιά, ότι άλλη φορά δεν έχω ξανανιώσει τέτοιο στροβίλισμα στο κενό, τέτοια ακατανοησία. Υποθέσεις κάνω πολλές κι εγώ, καμία όμως δεν πιστεύω ότι επαρκεί για να εξηγήσει πλήρως το φαινόμενο Βελόπουλος, τα σταλινικά ποσοστά πλείστων όσων δήμων, την πανηγυρική επανάκαμψη της «μπλε» Ελλάδας, το γύψο του κομμουνιστικού κόμματος, τη στάση του πρωθυπουργού. Προπάντων αυτή. Παράδοση της εξουσίας στο άψε-σβήσε, χωρίς πολλά-πολλά. Σαν να γύρευε αφορμή. Σαν να μετρούσε τις μέρες. Διερωτώμαι στο Θεό σας: αυτός ο φοβισμένος και ηττοπαθής άνθρωπος ήταν που διεκδικούσε για τον εαυτό του την «ώρα των πολλών»;

Σε καθημερινά πηγαδάκια, τα σενάρια τρόμου δίνουν και παίρνουν –ακόμα και από δεξιούς, που έχουν το θάρρος να μην χρυσώνουν το χάπι. Τώρα που θα βγει ο Κούλης, σου λένε, «τη βάψαμε». Έτσι όπως είναι χαρμάνια για μίζενς και μπίζνες, έτσι όπως επιστρέφουν σαν τα πουλιά του Χίτσκοκ, πιστεύοντας ότι αποκαθίσταται το φυσικό τους δικαίωμα στην εξουσία, δεν θα αφήσουν τίποτε όρθιο. Θα βγάλουν κυριολεκτικά το άχτι τους. Και τότε, τι θα κάνουμε;

Θα κάνουμε αυτό που κάναμε πάντα, σύντροφοι. Θα αγωνιζόμαστε. Θα μελετούμε, θα συζητούμε. Και θα επιβιώνουμε όπως ξέρουμε και μπορούμε. Κι όταν στις μεθεπόμενες εκλογές, ο Τσίπρας θα κατέβει για να μας σώσει εκ νέου από τον Κούλη, δεν θα πέσουμε απ’ τα σύννεφα. Θα κάνουμε και πάλι αυτό που κάναμε πάντα. Θα αγωνιζόμαστε, θα μελετούμε, θα συζητούμε. Και θα επιβιώνουμε όπως ξέρουμε και μπορούμε.

Μακάρι να είχα μια καλύτερη αντιπρόταση. Αλλά ύστερα από έντεκα χρόνια κρίσης και ήττας σε όλα τα επίπεδα, νομίζω πως οτιδήποτε άλλο κι αν επιχειρήσω να σας πω, θα ακουστεί γελοίο.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Παρασκευή 19 Απριλίου 2019

Τα δαιμόνια επιστρέφουν

Του Δημήτρη Ουλή


Έχουν αρχίσει να ξεπροβάλλουν προ πολλού οι αφίσες και τα πανώ με τους γόητες, τους θεληματικούς και τους χαρισματικούς. Βλέμματα γεμάτα αυτοπεποίθηση, χαμόγελα και μεγαλοστομίες με τον τόνο: «ζητάμε ισχυρή εντολή», «ο άνθρωπός μας», «νέα εποχή για το δήμο μας», «οι προτάσεις μας δέσμευση». Και όλοι τους βέβαια, «ανεξάρτητοι». Προσέξτε μην πάθετε τίποτε, βρε παιδιά, από την πολλή ανεξαρτησία.

Ποιος ο ρόλος και το έργο της τοπικής «αυτοδιοίκησης» σε μία χώρα υποθηκευμένη για εκατό χρόνια στα μνημόνια, είναι ένα ερώτημα που μέλλει να απαντηθεί. Το ότι κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη της απάντησής του ή –ακόμα χειρότερα– το ότι η απάντηση στο ερώτημα αυτό θεωρείται κατά το μάλλον ή ήττον δεδομένη, με βάζει σε σοβαρές υποψίες. Παραδοσιακά, οι δημοτικές εκλογές επιτελούσαν πάντοτε ρόλο σφυγμομέτρησης της κοινής γνώμης σε σχέση με τα τρέχοντα κομματικά ποσοστά –ένα είδος εκλογικού βαρόμετρου, δηλαδή, πριν την μεγάλη εθνική αναμέτρηση.

Την ίδια στιγμή, αποτελεί κοινό τόπο ότι η τοπική «αυτοδιοίκηση» λειτούργησε ανέκαθεν ως ένα είδος «αναμεταδότη» των κομματικών συμφερόντων στο μικροπεδίο της τοπικής κοινότητας – ως ένας μηχανισμός περαιτέρω πρακτορείας και διήθησης των συμφερόντων αυτών σε ολόκληρο το κοινωνικό σώμα. Αλλά επειδή οι συγκεκριμένες λειτουργίες δεν είναι δυνατόν, φυσικά, να δηλωθούν κατά τρόπο ρητό και απερίφραστο, προκύπτει ως ιδεολογικό άλλοθι το αφήγημα της «αποκέντρωσης»: ότι δηλαδή, η κεντρική εξουσία «δεν τα προλαβαίνει όλα», και επομένως είναι αναγκαία η συγκρότηση μίας ορισμένης Δημοτικής Αρχής, προκειμένου να ικανοποιούνται οι ποικίλες «τοπικές» ανάγκες.

Ποιες είναι βέβαια οι «τοπικές» αυτές ανάγκες, το γνωρίζουμε πολύ καλά. Να διευκολύνεται η παροχέτευση δημόσιου χρήματος προς τις κεντρικές τράπεζες έτσι ώστε να αποπληρώνονται ταχύτερα οι δανειστές. Να εξυπηρετούνται αποτελεσματικότερα τα συμφέροντα των εκάστοτε τοπικών εργολάβων και μαγαζατόρων. Να μεταβληθεί ο κάθε δήμος σε οδικό γκέτο, γεμάτο μονοδρομήσεις και απαγορευτικές πινακίδες. Μα πάνω απ’ όλα, να φρεσκάρονται οι παιδικές χαρές και η διαγράμμιση των δρόμων, να τοποθετούνται καινούργιες πλάκες στα πεζοδρόμια και καινούργιοι λαμπτήρες στα φανάρια, λίγους μήνες πριν από τις δημοτικές εκλογές. ΄Ημουνα νιος και γέρασα.

Διερωτώμαι πόση σπατάλη δημοσίου χρήματος, πόσες ανούσιες παράτες και λόγοι, πόσος λαϊκισμός και κούφιες υποσχέσεις για όλην αυτήν τη μασκαράτα. Και διερωτώμαι, ακόμη, ποιός απ’ όλους αυτούς τους υποψήφιους Τζιτζιφιόγκους νοιάστηκε ποτέ για μας, αφουγκράστηκε τις ανάγκες μας και στάθηκε δίπλα μας στις πλατείες και στους αγώνες μας. Ποιος μετέσχε στην αγανάκτησή μας και εισέπνευσε τα χημικά που εισπνεύσαμε. Ποιος γνωρίζει τα προβλήματά μας σε επίπεδο βάσης – και όχι από τους κολαούζους του.

Σαν δεν ντρέπεστε, κανάγιες, που’ χετε και μούτρα να μοστράρετε.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

Η αργία δεν με χαλάει καθόλου

Του Δημήτρη Ουλή


Δεν πρόκειται να απολογηθώ για τους παραπανίσιους κουραμπιέδες που έφαγα κατά τη διάρκεια των χριστουγεννιάτικων διακοπών. Και δεν πρόκειται να το κάνω, για λόγους που αφορούν πρωτίστως στην τόνωση του ηθικού μας. Με λύπη μου διαπίστωσα και φέτος ότι τα ποσοστά του κόμματος μας –των Κουραμπιεδικών– μειώθηκαν δραματικά σε σχέση με τα ποσοστά του κόμματος των αντιπάλων μας – των Μελομακαροναδικών. Τι συμφορά είναι αυτή; Πού να αποδώσω τούτο το κακό;

Ε, λοιπόν, θα το πω έξω από τα δόντια: σε μεγάλο βαθμό, πιστεύω ότι ευθύνεται η ίδια η κρίση. Οι τσιγκουνιές, τα μελανά χρώματα και η αισθητική έκπτωση της κρίσης αποτυπώνονται ανάγλυφα σε τούτο το γλυκό, που είναι καφέ, βαρετό στην όψη, κι αν δεν ήταν τα πενιχρά τρίματα του καρυδιού πάνωθέ του, θα νόμιζες ότι πρόκειται για μικρό κόπρανο. Ποια σχέση μπορεί να έχει τούτη η ζαχαροπλαστική κατήφεια με τον υπέροχο κουραμπιέ, τον γλυκύτατο, που απαιτεί σπατάλη ζάχαρης, είναι κάτασπρος σαν την άσπιλη λευκάδα των απάτητων βουνοκορφών, κι όταν τον βάζεις στο στόμα σου, νιώθεις τον ουρανίσκο σου να εκρήγνυται από τις αντίρροπες γεύσεις – την τρυφερότητα του βουτύρου, τη σκληράδα του αμύγδαλου και το ιλαρό πνίξιμο της άχνης; Ποια σχέση μπορεί να υπάρχει ανάμεσα σε ένα γλυκό ρακένδυτο, ζοφερό και σπαγγοραμένο, που προσπαθεί να σε πείσει μονάχα με τα πασπαλισμένα του ψίχουλα – κι ένα γλυκό ντυμένο ολούθε με πάλλευκους μανδύες, που παραπέμπει μονάχα στην άσπιλη χλιδή του χιονιού και στην εξαρτητική ηδονή του ναρκωτικού;

Δεν θα το συζητήσω άλλο. Το μόνο που θα προσθέσω είναι ότι οι χριστουγεννιάτικες διακοπές, καίτοι χαζοχαρούμενες, μου θύμισαν για ακόμα μία φορά τα ουσιώδη: ότι είναι καλύτερο να ξεκουράζεσαι, παρά να δουλεύεις. Οτι είναι προτιμότερο να απολαμβάνεις τους αργούς χρόνους της ραστώνης και της αυτοδιάθεσης, παρά να βολοδέρνεις μέσα στα τρεχαλητά και τις σκοτούρες της μισθωτής –ή άμισθης– εργασίας. ΄Οτι είναι ανεκτίμητο πράγμα να έχεις χρόνο για να μελετήσεις, να παίξεις με το παιδί σου, να κάνεις έρωτα με τη γυναίκα σου. ΄Οτι δεν είναι καθόλου κακό να ξυπνάς, έχοντας χορτάσει τον ύπνο. Και ότι, επιτέλους, είναι σημανικό –έστω και εξ επόψεως συμβολικής– οι πρώτες μέρες του χρόνου να απηχούν κάτι από την ουτοπική ελαφρότητα και αμεριμνησία των παιδικών σου χρόνων.

Εύχομαι για τον καινούργιο χρόνο περισσότερες χιονισμένες μέρες: να ομορφαίνει η καθημερινότητά μας με το τίποτε, και ολόκληρο το τοπίο να θυμίζει μία τεράστια πιατέλα από κουραμπιέδες. Κι εύχομαι ακόμα, η ελληνική κυβέρνηση, παγιδευμένη μέσα στην ευθυνοφοβία και τα επικοινωνιακά της παιχνίδια, να μην μπορεί να κάνει τίποτε άλλο, από το να δίνει αργίες. Ευχαριστούμε πολύ, κυρίες και κύριοι. Αλλά μην νομίζετε ότι θα ανταποδώσουμε. Μπροστά τις κάλπες, και πάλι θα σας μαυρίσουμε – μαζί με όλους τους υπολοίπους του καραβανιού.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2018

Λάμπει μέσα μου εκείνο που αγνοώ

Του Δημήτρη Ουλή


Είχα καιρό να συνοδεύσω μαθητές τρίτης λυκείου στην «πενταήμερη» εκδρομή τους. Μα φέτος που τα κατάφερα, αισθάνομαι ότι ανέβηκα πίστα. Η συναναστροφή με λυκειόπαιδες έξω από τις συμβάσεις της σχολικής ζωής αποτελεί τον προσφορότερο ίσως τρόπο για να έρθει κανείς σε επαφή με τις αργκό, τις στάσεις και τις μόδες, τις οποίες η εποχή προκρίνει ως κυρίαρχες. Υπ’αυτήν την έννοια, θα τολμούσα να ισχυριστώ ότι η «πενταήμερη» είναι δυνατόν να εκληφθεί ως ένα ταχύρρυθμο βιωματικό σεμινάριο εξοικείωσης με το σημερινό Zeitgeist.

Η γεύση είναι γλυκόπικρη. ΄Οχι γιατί εξωραίζεις τάχα την καταπίεση και τα μπερδέματα της εφηβείας ή γιατί νοσταλγείς τον καιρό που όλη σου η ζωή ήταν μπροστά, και ο κόσμος απλωνόταν στα μάτια σου φρέσκος. Αλλά γιατί με όση συμπάθεια κι αν απευθύνεσαι στη νέα γενιά, με όση ενσυναίσθηση κι αν προσπαθήσεις να προσλάβεις τις έξεις τους, οφείλεις κάποια στιγμή να παραδεχθείς ότι έχεις μείνει πίσω. Και ότι υπάρχει ένα σημείο πέρα από το οποίο είναι αδύνατον να προχωρήσεις.

Προσφέρω δύο ελάχιστα τεκμήρια της δομικής αυτής αμηχανίας. Το πρώτο, ότι τα παιδιά εξακολουθούν να διασκεδάζουν μέσα σε μεγάλα κλαμπ και σε ελληνάδικα, πατείς-με, πατώ-σε, to know us better, ακριβώς όπως διασκεδάζαμε κι εμείς. Με τη διαφορά ότι την πρωτοκαθεδρία έχει τώρα το κινητό ως προέκταση του χεριού – ή μάλλον, ως το ίδιο το χέρι. Διότι ναι μεν τα παιδιά συναγελάζονται στους ίδιους χώρους, διασκεδάζουν όμως βιντεοσκοπώντας αέναα τη διασκέδασή τους – θέλω να πω, διασκεδάζουν όχι πρωτογενώς, αλλά βλέποντας τον εαυτό τους να διασκεδάζει μέσα στην οθόνη του κινητού τους. Η σχέση με το κινητό είναι συμβιωτική, εξαρτητική, βιονική, εξ ου και κατανοώ πλήρως το λόγο για τον οποίο μία κοινωνική ψυχολόγος όπως Jean Twenge αποκαλεί τα σημερινά παιδιά i-gen – «i-», από το «i-pod». Δεν πρόκειται απλώς για τη «γενιά των κινητών», όπως λέγεται συχνά, αλλά για τη γενιά-κινητό, για τη γενιά που έχει σωματοποιήσει το κινητό της, έχει δεθεί μαζί του σε επίπεδο οντολογικό, έχει μεταλλαχθεί σε κινητο-οργανισμό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμωρία σήμερα για ένα παιδί, από να του στερήσεις το κινητό του. Δοκιμάστε το. Θα διαπιστώσετε ότι στη συνείδησή του, η αποστέρηση αυτή ισοδυναμεί με ακρωτηριασμό.

Υπάρχει, ωστόσο, κι ένα δεύτερο τεκμήριο αμηχανίας που επιθυμώ να προσκομίσω: τη μουσική. Τα τραγούδια με τα οποία τα παιδιά πορώνονται, παθαίνουν υστερία, εκστασιάζονται, είναι πλέον ρητά και κατηγορηματικά αυτά του υποκόσμου: gangster και hipster-rap, στη βαλκάνεια εκδοχή του Tus, του Snik και του Πουρνάρα-Καίσαρα. Μουσική υποτυπώδης, μονότονη και εκκωφαντική, στίχοι ανεκδιήγητοι. «Κροκόδειλος, κροκόδειλος, σε γ….και μου ’φυγε ο σπόνδυλος», «Χειμώνα το νερό ήτανε μπούζι, τώρα πίνουμε ντουμάνια στο τζακούζι». Κάτι πολύ ουσιώδες αισθάνομαι να μου διαφεύγει εδώ. Και το αισθάνομαι ακόμα πιο έντονα, όταν παρατηρώ με τους στίχους αυτούς να αφιονίζονται μαθητές και μαθήτριες του είκοσι.

Το πρόβλημα είναι βαρύ και δύσβατο. Αλλά ο χώρος μας εξαντλήθηκε. Μείνετε συντονισμένοι, θα επανέλθω.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

Δεν ζω χωρίς εσένα ούτε λεπτό

Του Δημήτρη Ουλή


Χωρίσαμε κοινή συναινέσει και πέραν πάσης αμφιβολίας. Μην σας ξεγελάει ότι εξακολουθούμε να ζούμε στο ίδιο σπίτι, να διαχειριζόμαστε κοινό λογαριασμό και να μοιραζόμαστε κοινό κρεβάτι. Μην σας ξεγελάει ότι φροντίζουμε από κοινού τα παιδιά, πηγαίνουμε μαζί διακοπές, συνεργαζόμαστε διαρκώς και αποκλειστικά, στα εύκολα και στα δύσκολα, έχουμε κοινές έγνοιες και κοινή ζωή. Το θέμα είναι ότι κανείς πια δεν μας «λέει» ζευγάρι.

Κι αν νομίζετε αυτήν τη στιγμή ότι σας μιλάει ένας υπάλληλος, πλανάσθε πλάνην οικτράν. Υπάλληλος εγώ δεν είμαι. Είμαι απλά κάποιος που επιδοτείται μηνιαίως από έναν άλλον άνθρωπο. Ο οποίος, με τη σειρά του, δεν είναι εργοδότης. Είναι απλώς ένας άνθρωπος, ο οποίος επιδοτεί μηνιαίως έναν άλλον άνθρωπο. Τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε. Θα με πληρώνεις, θα με φροντίζεις, θα με ασφαλίζεις, του είπα. Εντάξει, μου είπε. Αλλά υπάλληλό σου δεν θα τολμήσεις να με ξαναπείς, του είπα. Ούτε εσύ να τολμήσεις να με ξαναπείς εργοδότη, μου είπε.

Ή μήπως εξάλλου θα είχε κανείς την αφέλεια να με αποκαλέσει δάσκαλο; Μα πού ζείτε, επιτέλους; Δεν είμαι δάσκαλος –χωνέψτε το. Είμαι απλά ένας άνθρωπος που μιλάει, και από κάτω βρίσκονται παιδιά και έφηβοι που τον ακούνε. Και δεν κάθονται σε θρανία τα οποία βρίσκονται μέσα σε σχολικές αίθουσες. Κάθονται απλώς σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους με καρέκλες, που μπροστά τους έχουν ένα τραπέζι.

Ότι ψάχνετε με διαφορετικές λέξεις να πείτε τα ίδια πράγματα, ότι προσπαθείτε με κούφια λόγια να δημιουργήσετε έναν αέρα αλλαγής εκεί που δεν κουνιέται φύλλο, ότι ψάχνετε με δολιχοδρομίες και επικοινωνιακές εξυπνάδες να μας πείσετε ότι όλα αλλάζουν, ενώ όλα μένουν τα ίδια, το καταλαβαίνω. Εκλογές έρχονται, χρεωκοπημένοι είστε, κάτι πρέπει να δείξετε ότι διακυβεύεται, ότι διακινείται, ότι καθίσταται αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Θέλοντας και μη, είσαστε υποχρεωμένοι να ψαρεύετε σε θολά νερά, μην τυχόν και κάποιος τσιμπήσει από σπόντα. Αλλά να μας περνάτε συστηματικά για ηλίθιους, λοβοτομημένους και ανιστόρητους, με κάνει πραγματικά να εξαγριώνομαι. Λες και δεν γνωρίζουμε την ιστορία των σχέσεων της Εκκλησίας και της Πολιτείας στην Ελλάδα, τον ακραία ιδεολογικό χαρακτήρα της συναλληλίας τους, τα αξεδιάλυτα πεπρωμένα και τη βαθειά συνενοχή τους. Λες και δεν γνωρίζουμε τα αμοιβαία συμφέροντα που εξυπηρετεί η σύμπλευσή τους. Λες και Εκκλησία και Κράτος προθυμοποιήθηκαν μια ωραία πρωία –ως δια μαγείας– να παραιτηθούν από τα αμοιβαία προνόμια και συμφέροντα που εξυπηρετεί η ανίερη συμμαχία τους.

Είναι, λέει, το πρώτο βήμα. Αλήθεια; Πρώτο βήμα, το σημειωτόν;

Μπορεί να μην «λέγονται» υπάλληλοι. Αλλά είναι υπάλληλοι. Γιατί είσαι πάντοτε ο υπάλληλος εκείνου που σε πληρώνει. Και αυτός που σε πληρώνει είναι πάντοτε ο εργοδότης σου. Αυτό, νομίζω, ο καθένας μπορεί να το καταλάβει. Ακόμα και το Γραφείο Παραθρησκειών και Αιρέσεων.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

Αν δεν παινέψεις το σπίτι σου…

Του Δημήτρη Ουλή


Ο κύριος Κόυνερ αφηγείται την ιστορία ενός εργάτη ο οποίος, όταν ρωτήθηκε από το δικαστήριο αν ήθελε να δώσει κοσμικό ή θρησκευτικό όρκο, απάντησε: «είμαι άνεργος». Σε μία άλλη ερώτηση που έγινε στον κύριο Κόυνερ σχετικά με την πατρίδα, εκείνος απάντησε: «παντού μπορώ να πεινάσω». Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για δύο πολύ εύστοχα παραδείγματα σχετικά με την έννοια του τρολαρίσματος. Διότι το τρολάρισμα δεν είναι καθόλου η παραληρηματική αναπαραγωγή βλακωδών ή εκτός θέματος απόψεων, με σκοπό να καταστήσει αδύνατη την οποιαδήποτε συζήτηση, όπως κατανοείται συχνά.

Το τρολάρισμα είναι μάλλον μία νοσταλγία του νοήματος, μία ειρωνική εκζήτηση της αλήθειας, η οποία εκτροχιάζει τη συζήτηση όχι επειδή δεν την επιθυμεί, αλλά επειδή δεν μπορεί να ανεχτεί άλλο την ψευτιά της. Για να το θέσω με διαφορετικούς όρους, το τρολάρισμα συνιστά μία διαλεκτική στάση, η οποία προσομοιώνει το παραλήρημα, προκειμένου να καταγγείλει οποιαδήποτε συζήτηση έχει ξαστοχήσει τόσο πολύ, ώστε να έχει καταστεί ανάξια λόγου.

Ο κύριος Κόυνερ τρολάρει πέραν πάσης αμφιβολίας, διότι οι όροι της συζήτησης στην οποία καλείται να συμμετάσχει είναι εξαρχής σαθροί. Κι ακόμα, διότι ο κύριος Κόυνερ είναι υπερβολικά αξιοπρεπής ώστε να παίζει με σημαδεμένα τραπουλόχαρτα. Πλην όμως, μέσα από το τρολάρισμά του είναι προφανές ότι ο κύριος Κόυνερ υπαινίσσεται με τρόπο επιτακτικό την ανάγκη επανατροχοδρόμησης της συζήτησης σε ένα νόημα που τον αφορά, σε μία αλήθεια που έχει μία ορισμένη συγκροτητική ισχύ για τον εαυτό και –πιθανώς– για τον κόσμο.

Ο κύριος Κόυνερ δεν είναι βέβαια ούτε μεταφυσικός, ούτε θεολόγος. Δεν αναζητά ένα καινούργιο μεταφυσικό κέντρο, μία μεγάλη αφήγηση, μία Αλήθεια με κεφαλαίο άλφα. Ζητά όμως μία αλήθεια με μικρό άλφα – θέλω να πω, μία αλήθεια που έχει κάτι, επιτέλους, να πει για τη ζωή του, μια αλήθεια στην οποία θα άξιζε να αφιερώσει ένα μικρό κομμάτι του ενδιαφέροντός του.

Αλλά αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε είναι προφανές ότι το τρολάρισμα δεν συνάδει απλώς, αλλά μπορεί να εκληφθεί κυριολεκτικά ως ένα είδος μεταμοντέρνας επεξήγησης ή συμπληρωματικού σχολίου πάνω στην έννοια της προφητείας. Διότι η προφητεία –στις βιβλικές της τουλάχιστον διατυπώσεις– συνιστά επίσης μία προσομοίωση παραληρήματος, η οποία καταγγέλλει τον εκτροχιασμό των αγοραίων συζητήσεων και αφηγήσεών μας, δυσφορεί με το σαθρό έδαφος πάνω στο οποίο αυτές επιχειρούν να θεμελιωθούν και διεκδικεί μιαν εξόριστη, εκτροχιασμένη και ξαστοχημένη αλήθεια.

Να γιατί πιστεύω ότι ένας υστερικός δεν θα μπορούσε ούτε να καμωθεί τον προφήτη, ούτε να τρολάρει. Διότι η προφητεία και το τρολ, οσοδήποτε κι αν μιμούνται την υστερία ή το παραλήρημα, προϋποθέτουν εξάπαντος την έγνοια και την πιστότητα μιας αλήθειας.

Προφητε-τρολ και άγιος ο Θεός, λοιπόν.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

Ευτυχώς επιβιώσαμε

Του Δημήτρη Ουλή


Γιατί «Ξενοφών» και όχι «Αναξαγόρας»; Γιατί «Ζορμπάς» και όχι «Φτωχούλης του Θεού»; Κάποιο κριτήριο θα πρέπει να υπάρχει για την ονοματοδοσία των τυφώνων. Αλλά μέχρι να κοινοποιηθεί αυτό το κριτήριο, ας δοξάσουμε τον Κύριο, που μας έσωσε από του Χάρου τα δόντια. Ας δοξάσουμε τον Κύριο, που συγκατένευσε στις προσευχές μας. Προσωπικά, χρειάστηκε να κρυφτώ μαζί με την οικογένειά μου σε καταφύγιο δεκατριών ορόφων κάτω από τη γη.

Από το υπόγειο αυτό, άκουγα τους ανέμους να λυσσομανούν, συγκλονιζόμουν από τον βαρύ γδούπο των δέντρων, ανατρίχιαζα από το συριστικό θρόισμα των φύλλων τους. Άκουγα καμπαναριά να ξεριζώνονται, αυτοκίνητα να σέρνονται και να σμπαραλιάζονται – και μαζί με όλα αυτά, άκουγα επίσης τις απέλπιδες οιμωγές όσων ανθρώπων δεν πρόλαβαν ή δεν μερίμνησαν. Ακόμα και μέσα στο ψύχος της αβύσσου, ακόμα και μέσα στην κρύα αγκαλιά του ερέβους, ωστόσο, σας εξομολογούμαι ότι δεν λιποψύχησα. Με κάποιον τρόπο που κι εγώ αδυνατώ να καταλάβω, είχα μέσα μου εσωτερική πληροφόρηση ότι μία Ανώτερη Πρόνοια θα αναλάβει τα ηνία. O κατακλυσμός, είπα, δεν θα διαρκέσει πολύ.

Εξ ου και αμέσως μετά τον Θεό, θεωρώ χρέος μου να ευχαριστήσω την κυβέρνησή μας. Που, αυτήν τη φορά, στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και προειδοποίησε. Που έκλεισε ακόμα και τα σχολεία για να μην σωριαστούν τα ταβάνια τους πάνω στα κεφάλια των παιδιών μας. Που χάρισε ένα τριήμερο κοινωνικής αλληλεγγύης και ευαισθητοποίησης σε μαθητές, γονείς και δασκάλους αδιακρίτως, προκειμένου να συνειδητοποιήσουμε όλοι μας πως όταν η Ελλάδα θέλει, ΜΠΟΡΕΙ. Και αυτό, επιτρέψτε μου να πω, δεν είναι σχήμα λόγου. Όλοι μαζί μπορούμε να βγούμε από τα μνημόνια –όπως και πράγματι, βγήκαμε. Όλοι μαζί μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις συμφορές –όπως και πράγματι, τις αντιμετωπίσαμε.

Αφήστε δε που κατά τη διάρκεια του τριημέρου σημειώθηκαν οράματα και θάματα. Όταν την Πέμπτη το μεσημέρι, ενώ δίδασκα θρησκευτικά στην γ’ γυμνασίου, μπήκε στην αίθουσα ο γυμνασιάρχης για να κοινοποιήσει ότι τα σχολεία την επομένη θα παραμείνουν κλειστά, ένας μαθητής στα πίσω θρανία ανέκραξε: «Υπάρχει Θεός τελικά!» Πείτε μου λοιπόν τώρα εσείς, αν έχουμε πράγματι να κάνουμε με μία «άθεη» κυβέρνηση, όπως συχνά της καταμαρτυρείται. Πείτε μου, αν οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση έχει καταφέρει ποτέ να αγγίξει τόσο βαθιά την εφηβική ψυχή και να την οδηγήσει σε τέτοια ακαριαία θρησκευτική μεταστροφή.

Όσο μεγαλώνω, αισθάνομαι τον κόσμο ολοένα και πιο ακατάληπτο, ολοένα και πιο περίπλοκο. Αλλά την ίδια στιγμή, ολοένα και πιο κοινότοπο, προβλέψιμο –σαν άνοστο ανέκδοτο, που το ακούς για δέκατη φορά. Τι αντιφατικό βίωμα είναι αυτό, Θεέ μου. Και ποιες από τις δύο πλευρές του βιώματός σου να εμπιστευτείς τελικά.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018

Ασύμμετρη απειλή (από τα αριστερά)

Του Δημήτρη Ουλή


Μάλλον κάποιος ασυνείδητος θα πέταξε πάλι αναμμένο το τσιγάρο του. Ή κάποιος βοσκός θα έβαλε φωτιά σε ξερά χόρτα και νάτο –τσουφ!– φούντωσε. Ή κάποιοι ασυνείδητοι εκδρομείς θα άφησαν σκουπίδια και μπουκάλια εκτεθειμένα, οπότε η αντανάκλαση του ήλιου πάνω τους, πυροδότησε το κακό. Εκτός κι αν η σπίθα που έφερε την καταστροφή προήλθε από κάποιο χαλασμένο καλώδιο της ΔΕΗ.

Το μπαλκόνι μου βλέπει «φάτσα» τον Υμηττό. Θυμάμαι το καλοκαίρι του 2015 έναν δυνατό θόρυβο –και εν ριπή οφθαλμού, τεράστιες εστίες φωτιάς σε τρία σημεία του βουνού. Αρχικά, με έλουσε κρύος ιδρώτας. Σύντομα όμως συνειδητοποίησα ότι τα σκουπίδια και τα βοσκοτόπια του Υμηττού μάλλον είχαν μείνει εκτεθειμένα για πολύ καιρό. Ή πάλι, ενδέχεται αυτήν τη φορά, τρεις ασυνείδητοι οδηγοί απλώς να συγχρόνισαν το πέταγμα των τσιγάρων τους.

Σταματήστε να μας περνάτε για ηλίθιους. Ποιος βάζει τις πυρκαγιές; Ποιος καίει τα δάση της παντέρημης τούτης χώρας, συστηματικά και μεθοδικά, από το 1980 μέχρι σήμερα; Ποιος έχει συμφέρον από τα καμένα δάση; Γιατί καμία κυβέρνηση δεν συνέλαβε ποτέ κανέναν εμπρηστή, γιατί η αστυνομία δεν διεξήγαγε ποτέ καμία σοβαρή και μακροχρόνια έρευνα (όπως έκανε, ας πούμε, για την «17 Νοέμβρη» ή για τους «Πυρήνες της Φωτιάς»;) Γιατί η ελληνική Βουλή δεν θέσπισε ποτέ κάποιον «εμπρηστονόμο», αντίστοιχο προς τους εκάστοτε «τρομονόμους»; Γιατί η συζήτηση περί πυρκαγιών δεν άνοιξε επισήμως ποτέ, γιατί τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ περί πυρκαγιών είναι πάντοτε αστυνομικά (και «reality»), ουδέποτε όμως πολιτικά;

Διερωτώμαι: Είναι άραγε όλοι οι εμπρηστές σεσημασμένοι εγκληματίες, άτομα διαταραγμένου ψυχισμού και χαμηλής νοημοσύνης; Σαράντα χρόνια τώρα, όλοι οι εμπρηστές δρουν αυτόβουλα; ΄Η μήπως είναι όλοι τους «εξωτερικοί» εχθροί –πράκτορες των Αμερικανών και των Τούρκων; Δεν έχουν άραγε καμία εσωτερική διασύνδεση; Δεν εξυπηρετούν κανένα εντόπιο εταιρικό ή επιχειρηματικό συμφέρον; Κανένας Ελληνάρας δεν οπλίζει το χέρι τους, κανένας δεν τους παρέχει υλικό, διευκολύνσεις, τεχνογνωσία, και ασυλία; Πώς καταφέρνουν να είναι άφαντοι σαράντα χρόνια τώρα; Πώς «τυχαίνει» να βάζουν πυρκαγιές εκείνες ακριβώς τις ημέρες του καλοκαιριού με το μεγαλύτερο καύσωνα και τους δυνατότερους αέρηδες; Και πώς «τυχαίνει» πάντοτε οι ευθύνες να αποδίδονται κατ’ αποκλειστικότητα στο «στρατηγό άνεμο»;

Το 2015 ο Υμηττός. Το 2016 οι Λίμνες. Πέρυσι, η πετρελαιοκηλίδα στη Σαλαμίνα. Φέτος, η καταστροφή της Αττικής. Παρηγορητικοί και πατριωτικοί λόγοι, εκκλήσεις για εθνική ενότητα να φάνε και οι κότες. Αλλά για απόδοση ποινικών και πολιτικών ευθυνών, ούτε λόγος. Και προς Θεού, μη θιγεί το εθνικό τάμα της «ανάπτυξης». Ακόμα κι αν αποτελεί πλέον κοινό τόπο, ότι το αντίτιμο της «ανάπτυξης» είναι ακριβώς αυτό: οι πυρκαγιές, τα οικόπεδα και οι εργολαβίες. Μαζί με τις παράπλευρες απώλειές τους –εκατό ανθρώπινες ζωές.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Κυριακή 17 Ιουνίου 2018

Κολοκύθι εφτάτρυπο (και άδειο)

Του Δημήτρη Ουλή


Ποτέ μου δεν αρνήθηκα τη συζήτηση με τον αντίπαλο. Ανάμεσα στη βίαιη καταστολή και την κυνική ανοχή, προτιμώ πάντοτε το σφρίγος ενός καλού επιχειρήματος –ακόμα κι όταν αυτό αμφισβητεί το δικό μου. Πώς αλλιώς θα ακονιστεί το μυαλό; Πώς αλλιώς η σκέψη θα πάει παραπέρα; Αλλά προσοχή, σύντροφοι: καλό επιχείρημα δεν θα πει ούτε σοφιστεία, ούτε εξυπνάδα, ούτε πετυχημένη «ατάκα». Το καλό επιχείρημα έχει θεωρητικά προαπαιτούμενα, λογικές προκείμενες και ηθικές ποιότητες. Γι’ αυτό είναι τόσο τραγικά απόν από τον δημόσιο λόγο. Και γι’ αυτό οι πολιτικοί μας έχουν τόση σχέση μαζί του, όση έχω εγώ με τον Χορό των Επτά Πέπλων.

Έχω πάψει από καιρό να αναρωτιέμαι τι υπάρχει μέσα στο κεφάλι των πολιτικών μας (πρόκειται για μία λέξη που αρχίζει από «σκ» και τελειώνει σε «ατά»). Εξακολουθώ ακόμη να αναρωτιέμαι, ωστόσο, τι υπάρχει μέσα στο κεφάλι εκείνων που «πείθονται» από τα επιχειρήματά τους. Εξήντα τρία εκατομμύρια άνθρωποι ψήφισαν τον Donald Trump. Ακόμη και οι μισοί από αυτούς να «παρασύρθηκαν» ή να ψήφισαν για λόγους καθαρά αντιδραστικούς και ωφελιμιστικούς, και πάλι παραμένει ένα ποσοστό ψηφοφόρων που σε κάνει να σκιάζεσαι. Πριν από λίγες μέρες, η γυναίκα μου, μου μετέφερε μία συζήτηση που άκουσε από ένα «πηγαδάκι» σε ένα παιδικό πάρτι: ότι σε έξι μήνες που θα γίνουν εκλογές –αλήθεια, πότε προκηρύχτηκαν;– ο Αλέξης θα συνεργαστεί με τον Κούλη. Και η Φώφη θα βγει ενδυναμωμένη. Δεν βρήκα κουράγιο ούτε καν να χαμογελάσω. Μονάχα διερωτήθηκα για πολλοστή φορά, τι υπάρχει μέσα στο κεφάλι εκείνων που εξακολουθούν να ασχολούνται με όλα τούτα τα κουρέλια· εκείνων που πιστεύουν ότι ο Αλέξης υπερτερεί του Κούλη ή ο Κούλης του Αλέξη· εκείνων που είναι διατεθειμένοι να κουνήσουν σημαιάκι και να φωνάξουν συνθήματα για τη Φωφώ και το Λεβεντόπαιδο – ή, ακόμα χειρότερα, εκείνων που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι χρειάζεται ένα χρυσαύγουλο, για να γαβγίζει μέσα στη Βουλή.

Μπορώ να κάνω μονάχα δύο υποθέσεις. ΄Η ότι δεν υπάρχει τίποτε μέσα στα συγκεκριμένα κεφάλια (πράγμα που έχει, βέβαια, και τα θετικά του: κανείς από αυτούς δεν θα πεθάνει ποτέ από εγκεφαλικό). ΄Η ότι έχουν αρχίσει να αυγατίζουν επικίνδυνα οι κλωνοποιημένοι εγκέφαλοι: τα μεταμοντέρνα αυτά ζόμπι που θα μας φάνε ζωντανούς, οι σύγχρονοι αυτοί terminators, που είναι προγραμματισμένοι να δολοφονούν τη σκέψη όπου κι αν τη συναντούν, να συνθλίβουν το επιχείρημα πριν ακόμα αυτό αρθρωθεί. Σε σχήμα και σε βάθος οθόνης, αλλά και παντοδύναμοι μέσα στην ηλιθιότητά τους, οι κλωνοποιημένοι τούτοι εγκέφαλοι δεν σου αφήνουν άλλη επιλογή, από να το βάλεις στα πόδια. Run like Hell. Όχι από δειλία. Αλλά από αξιοπρέπεια. Διότι αυταπατάται όποιος νομίζει ότι μπορεί να «μεταστρέψει» τον Terminator. Πλανάται πλάνην οικτράν, όποιος πιστεύει ότι μπορεί να «πείσει» τον πράκτορα Smith.

Στις επόμενες εκλογές, σκέφτομαι να ρίξω μέσα στην κάλπη μία μολότοφ.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Παρασκευή 25 Μαΐου 2018

Κομπλεξικός ως το κόκκαλο

Του Δημήτρη Ουλή


Εντελώς συμπτωματικά, το φετεινό Γιουροβίζιο ανέδειξε νικητή το Ισραήλ (ευτυχώς που δεν διαγωνίζεται η Σαουδική Αραβία, διότι τότε, φαντάζομαι ότι ο δουλοπρεπής αμερικανισμός της «Ευρώπης» θα διχαζόταν επικίνδυνα). Και όχι μόνο αυτό: αλλά ανέδειξε το Ισραήλ με μια τραγουδίστρια σύστοιχη προς την πολιτική που το τελευταίο ασκεί στη Μέση Ανατολή: θρασύτατη, αλλοίθωρη, κακάσχημη. «Δεν είμαι το παιχνίδι σου, δεν είμαι το παιχνίδι σου». Εν μέσω κακαρισμάτων. Και με μια παρεκβατική επίκληση στη Wonder Woman –πονηρό κλείσιμο του ματιού στις γνωστές σιωνιστικές κορώνες της ηθοποιού Gal Gadot. ΄Οντως, πρόκειται για πολιτική δήλωση. Με τη διαφορά ότι η κακάσχημη Netta-Σκέτα κομίζει Γλαύκα εις Αθήνας: από σύστασεώς του, το Γιουροβίζιο δεν αποτελεί παρά μία συγκεκαλυμμένη πολιτική δήλωση, μία χαρτογράφηση των γεωπολιτικών ισορροπιών και της εξωτερικής πολιτικής των διαγωνιζομένων μελών-κρατών. Απ’ αυτήν την άποψη, θα συμφωνήσω, δεν πρόκειται καθόλου για «πανηγυράκι». ΄Οταν παρακολουθούμε τον «ευρωπαϊκό» διαγωνισμό τραγουδιού, θα πρέπει πάντοτε να κρατάμε μολύβι και χαρτί.

Πλην όμως, μονάχα απ’ αυτήν την άποψη. Διότι όταν η συζήτηση εξωκείλει προς αισθητικές εκτιμήσεις, τότε εξαγριώνομαι κυριολεκτικά. Τα τραγούδια είναι επεικώς απαράδεκτα –πανομοιότυπα, σειραϊκά και μορφολογικώς υποανάπτυκτα: ένα κουπλέ, ένα ρεφρέν, δεύτερο κουπλέ, ξανά ρεφρέν. Κι αμέσως μετά: ρεφρέν, ρεφρέν, ρεφρέν, δεκαπέντε φορές ει δυνατόν, ηχητικό μαστίγωμα του ακροατή, μπας και μείνει κάτι στ’ αυτί του. Μα τι τα θες, η μελωδία είναι τόσο στοιχειώδης, τόσο πενιχρή σε εναλλαγές, που αρχίζει το επόμενο τραγούδι και την έχεις ήδη ξεχάσει. Οι ενορχηστρώσεις, το ίδιο: κλωνοποιημένες, χωρίς φαντασία, μαγειρεμένες εξ ολοκλήρου στο PC και δουλικά υποταγμένες στο beat. Οσο για τους στίχους, αρκεί να παραπέμψω στα προκαταρκτικά κακαρίσματα της Netta.

Το λοιπόν, στα τσακίδια με το Γιουροβίζιο σας. Δεν σπούδασα εγώ δεκαπέντε χρόνια μουσική, για να μου γανιάζετε εσείς τ’ αυτιά και να μου διαφθείρετε τη νεολαία, που ιδροκοπώ για να της φτιάξω μουσικό αισθητήριο. Ούτε μπορώ να ανεχτώ άλλο το γελοίο επιχείρημά σας ότι το Γιουροβίζιο «πουλάει» και έχει «υψηλή τηλεθέαση». ΄Ενα φονικό έχει επίσης υψηλή τηλεθέαση –αυτό όμως δεν σημαίνει ότι συνιστά αφ’ εαυτού του μορφωτικό ή αισθητικό αγαθό. Και οι οίκοι ανοχής «πουλάνε» επίσης –αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι θαμώνες τους δεν θα επιθυμούσαν, κατά βάθος, κάτι καλύτερο: μια ερωτική σχέση, ας πούμε, που θα κάλυπτε ολόπλευρα και βαθύτερα τις ανάγκες τους. Αν καταφεύγουμε στους οίκους ανοχής, δεν είναι απαραίτητα επειδή μας «αρέσει»: μπορεί απλώς να σημαίνει ότι είμαστε φαντάροι, και δεν έχουμε να καταφύγουμε πουθενά αλλού. Αντιστοίχως, αν τρώμε συνέχεια ραδίκια, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι τα ραδίκια «πουλάνε». Μπορεί απλώς να σημαίνει ότι άλλα, νοστιμότερα φαγητά, μας έχουν εξ ορισμού απαγορευθεί.

Γνωρίζω το αντεπιχείρημα. «Αν δεν σου αρέσει η Eurovision, να μην τη βλέπεις». Πράγματι, δεν τη βλέπω. Ούτε φέτος, ούτε ποτέ. Ζω εδώ και επτά χρόνια χωρίς τηλεόραση. Και δεν μπορείτε να φανταστείτε τι ψυχαγωγικό υπερθέαμα είναι να κοιτάς τη ζωή χωρίς οθόνες.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου 2017

Θεραπευτική εκπαίδευση

Του Δημήτρη Ουλή


Πρώην μαθήτριά μου με πληροφορεί ότι σε κατατακτήριες προπτυχιακές εξετάσεις του Παντείου Πανεπιστημίου, χρειάστηκε να ανταγωνιστεί περισσότερα από εκατό άτομα –η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ήταν μεσήλικες. Από ανάλογες αφηγήσεις τεκμαίρονται αντίστοιχες τάσεις στο ΕΚΠΑ και στο ΕΑΠ, όπου οι προπτυχιακές και μεταπτυχιακές αιτήσεις αυξάνονται ετησίως με εκθετικούς ρυθμούς. Και εδώ, τον πρώτο λόγο έχουν συνήθως άτομα άνω των τριάντα ετών. Εν μέσω της κρίσης, θα περίμενε κανείς η ελληνική κοινωνία να επενδύει αποκλειστικά και μόνο στην επιβίωσή της. Ιδού όμως που ένα σημαντικό κομμάτι της –και δη το ηλικιακά πιο ώριμο– στρέφεται εκ νέου προς την εκπαίδευση και είναι πρόθυμο να καταβάλλει δίδακτρα ακόμα και από το υστέρημά της.

Σε ένα πρώτο επίπεδο ανάγνωσης, η τάση είναι συγκινητική, καθόσον υποδεικνύει κριτήρια κοινωνικής ζωτικότητας και αξιοπρέπειας, τα οποία αντιστέκονται πεισματικά στο γενικευμένο κλίμα του κυνισμού και της μιζέριας. Ιδωμένη ωστόσο κάτω από το αμείλικτο φως της επιτόπιας έρευνας, φοβούμαι ότι η συγκεκριμένη τάση απεκδύεται εν πολλοίς τη ρομαντική της αίγλη, καθώς έρχεται να αναδείξει από διαφορετικό δρόμο την απελπισία των ώριμων σήμερα ανθρώπων, οι οποίοι αισθάνονται ότι θα πρέπει με κάποιον τρόπο να νοηματοδοτήσουν εκ νέου την κλεμμένη τους ζωή. «Να κάνω ένα μεταπτυχιακό ρε Δημήτρη, για να μην τρελαθώ». «Να κάνω ένα διδακτορικό, μπας και ανοίξει καμία πόρτα». Η διατύπωση γνωρίζει αναρίθμητες παραλλαγές.

Οι προπτυχιακές και μεταπτυχιακές αιτήσεις έχουν αυξηθεί σημαντικά, είναι αλήθεια. Προτού θριαμβολογήσουμε, ωστόσο, θεωρώ χρήσιμο να αφουγκραστούμε τα ίδια τα υποκείμενα, προκειμένου να αντιληφθούμε ότι η εκπαίδευση επιζητείται σήμερα όχι για τα γνωσιολογικά της περιεχόμενα και τις επιστημολογικές της προκλήσεις, ούτε για λόγους αμιγώς χρησιμοθηρικούς. Επιζητείται επίσης για λόγους άμεσα θεραπευτικούς. Ένα παραπάνω πιστοποιητικό σπουδών, ως ασπιρίνη απέναντι στην παρατεταμένη ανεργία και ακηδία. Ένα ακόμα πτυχίο ή μεταπτυχιακό, ως ευγενές αντίδοτο απέναντι στην απώλεια προσανατολισμού και επαγγελματικής προοπτικής. Ένα επιπλέον ακαδημαϊκό διαπιστευτήριο, ως καταπραϋντικό της εφιαλτικής υποψίας ότι όλες οι επαγγελματικές πόρτες είναι ερμητικά κλειστές. Υπ’ αυτήν την έννοια, αισθάνομαι την ανάγκη να συγχαρώ όλες ανεξαιρέτως τις μνημονιακές κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων, καθόσον διαπιστώνω ότι οι εργώδεις προσπάθειές τους να αποσυνδεθεί ολοκληρωτικά η ανώτατη εκπαίδευση από την αγορά εργασίας, να αφυδατωθεί η πανεπιστημιακή σπουδή από κάθε επαγγελματική προοπτική, αρχίζει επιτέλους να τελεσφορεί. Σε ένα μέλλον όχι πολύ μακρινό, προβλέπω το πτυχίο να προσομοιάζει ολοένα και περισσότερο με ένα εργόχειρο ή ένα χόμπυ, το οποίο εξασκεί κανείς απλώς και μόνο για να περνάει ευχάριστα την ώρα του –και για να απωθεί τα πραγματικά του προβλήματα.

Ο David Lodge αναφέρει ότι είναι πρόθυμος να δοκιμάσει κάθε είδους θεραπεία, εκτός από τη χημειοθεραπεία. Συμφωνώ με την προσέγγισή του, αλλά προσωπικά θα απέκλεια επίσης και την πτυχιοθεραπεία. Όχι γιατί είμαι εναντίον της πανεπιστημιακής σπουδής καθεαυτήν –κάθε άλλο! Αλλά διότι αισθάνομαι ότι η πτυχιοθεραπεία απο-πολιτικοποιεί ύπουλα την Παιδεία, διαρρηγνύοντας τους άρρηκτους δεσμούς που η τελευταία οφείλει πάντοτε να έχει με το Ψωμί και την Ελευθερία.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2017

Καλά Χριστούγεννα!

Του Δημήτρη Ουλή


Τα αγαπημένα μας Jumbo έχουν αρχίσει προ πολλού να βγάζουν στις βιτρίνες τους τα Χριστουγεννιάτικα. Το παράδειγμά τους ακολουθεί μια πληθώρα άλλων καταστημάτων «εποχιακών ειδών» σε ολόκληρη την Ελλάδα. Γράφω τούτες τις γραμμές ενώ το ημερολόγιο δείχνει 17 Οκτωβρίου 2017, και σκέφτομαι ότι θα πρέπει επιτέλους να αρχίσουμε να «ακούμε» τις αγορές –να στοχαζόμαστε δηλαδή με τη δέουσα σοβαρότητα, όλα όσα εκείνες μας διαμηνύουν.

Το μήνυμα, εν προκειμένω, είναι ξεκάθαρο. Η γιορτή της 28ης Οκτωβρίου δεν «αποδίδει» πια, έχει εξαντλήσει προ πολλού τις δυνατότητες της κεφαλαιοκρατικής της αξιοποίησης. Εξ ου και θα πρέπει να υπερκεραστεί από μία περισσότερο κερδοφόρα. Διότι, εδώ που τα λέμε, τι μπορεί πραγματικά να σου αποδώσει το «ΟΧΙ» του 1940; Το πολύ-πολύ, κάποιες γαλανόλευκες, κάποιες στολές με την επιγραφή «το όμορφο ευζωνάκι», και κάποια αντίτυπα των μεγάλων επιτυχιών της Σοφίας Βέμπο.

Ενώ τα Χριστούγεννα –πόση διαφορά! Πρόκειται για τη μόνη πραγματική γιορτή, θρησκευτικής μάλιστα φύσεως –θέλω να πω, γιορτή της μοναδικής θρησκείας που ακμάζει σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο: τον καπιταλισμό. Εδώ, σύντροφοι, τα χωρατά περιττεύουν. Εδώ, ναός και μητρόπολη συναιρούνται στο Μεγάλο Εμπορικό Κέντρο, εδώ τα δώρα είναι Τίμια, με όλη τη σημασία της λέξης, εδώ η αγιότητα μετριέται με κριτήρια κέρδους και ανταγωνιστικότητας (ο Santa Claus, άγιος της Coca-Cola), εδώ ξανοίγεται μπροστά μας μια ευωχική Χαναάν, με άφθονα αντικείμενα προς κατανάλωση.

Κι ύστερα μου λέτε εσείς για την 28η Οκτωβρίου. Ξυπνήστε, επιτέλους. «Ακούστε» τις αγορές. Εκσυγχρονίστε το εορτολόγιό σας. Και απεμπολήστε τις εορταστικές έξεις που αγκυροβολούν μονάχα στο θυμικό και την άκριτη συνήθεια. Γιορτή σημαίνει απόδοση: πάει, τελείωσε. Όλα τα υπόλοιπα είναι συναισθηματισμοί και φληναφήματα. Γι’ αυτό, ανασκουμπωθείτε και αρχίστε να προετοιμάζεστε από τώρα. Όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα. Όση περισσότερη φόρα πάρετε, τόσο πιο ορμητικά θα πέσετε πάνω στις βιτρίνες των καταστημάτων. Τόσο πιο αδηφάγα θα καταναλώσετε. Και τόσο πιο «ευτυχισμένα» θα γιορτάσετε.

Μετά τα Χριστούγεννα, οι Απόκριες. Και μετά τις Απόκριες, το Πάσχα. Γιορτές καταναλωτικές και ευτυχισμένες, που αποδίδουν θαυμάσια (με μοναδική ίσως εξαίρεση, τη μικρή αντιπαραγωγική παρένθεση της 25ης Μαρτίου). Το πρόβλημα ωστόσο, ξεκινάει αμέσως μετά: πρόκειται για το μεγάλο εορταστικό κενό που εκτείνεται από το Πάσχα μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα. Κενό αντιπαραγωγικό και ζημιογόνο, το οποίο αντιμετωπίζεται συνήθως με ημίμετρα: τα «καλοκαιρινά είδη» τους πρώτους θερινούς μήνες, τα «σχολικά είδη», τους πρώτους φθινοπωρινούς μήνες. Πλην όμως, είναι προφανές ότι τα ημίμετρα αυτά αμβλύνουν μεν τα συμπτώματα, αλλά δεν επαρκούν για να θεραπεύσουν την ασθένεια. Η θεραπεία της ασθένειας απαιτεί, κατά τη γνώμη μου, δύο επιπλέον ριζοσπαστικές κινήσεις: την άμεση κατάργηση όλων ανεξαιρέτως των αντιπαραγωγικών γιορτών –28η Οκτωβρίου, 17η Νοεμβρίου, 25η Μαρτίου, 15η Αυγούστου. Και την αντικατάστασή τους με θεσμοθετημένες και συνταγματικά κατοχυρωμένες γιορτές, οι οποίες διαθέτουν ένα σαφές καταναλωτικό πρόσημο.

Όσο για το ποιες μπορεί να είναι αυτές οι γιορτές, μην ανησυχείτε. Μπορούμε πάντοτε να αντλήσουμε έμπνευση και διαισθήσεις από το έργο του Μακιαβέλι.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Τετάρτη 2 Αυγούστου 2017

Τρία περιστατικά παραλίας

Του Δημήτρη Ουλή


1. Πατέρας με παραπληγικό παιδί καταφθάνουν ακριβώς μπροστά μας. Το ξεντύνει προσεκτικά, και βαστώντας το στην αγκαλιά του βουτούν μαζί, με μια κίνηση σεμνή και χαριτωμένη. Το παιδί πλατσουρίζει τρισευτυχισμένα, ο πατέρας καθοδηγεί το σιωπηλό κορμί με ελαφρές κινήσεις στα βαθιά, ενώ φροντίζει να βρέχει το κεφάλι του ανά τακτά διαστήματα. Ύστερα το ξαναπαίρνει αγκαλιά –ανάερα, σχεδόν χορευτικά– και βγαίνει μαζί του στην αμμουδιά, για να το εναποθέσει απαλά στην ψάθα –όπως εναποθέτουμε ένα βρέφος στο ανάκλιντρο. Το σκουπίζει προσεκτικά, και αφού βεβαιωθεί ότι το σώμα του είναι προστατευμένο από τον ήλιο, ξαπλώνει δίπλα του. Μιλούν μια γλώσσα ακαταλαβίστικη, κατάστικτη από άναρθρες κραυγούλες και στιγμιαίες εκρήξεις γέλιου. Πλην όμως, δεν υπάρχει στη σκηνή τίποτε το μελοδραματικό ή το καταθλιπτικό. Και ο πατέρας είναι ένα νέο και ωραιότατο παλληκάρι, βαριά στα τριανταπέντε. Σκέφτομαι ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί.

2. Κύπριος πατριώτης εμφανίζεται θορυβώδης μαζί με την λαλίστατη σύζυγο και τα τρία τους παιδιά. Η παρουσία τους γίνεται αμέσως αισθητή σε ολόκληρη την παραλία –φωνές και μαλώματα, εκκλήσεις και παραγγελιές, εν μέσω ενός απίστευτου όγκου παραθεριστικού εξοπλισμού. Κάποια στιγμή, ο μικρός γιος δοκιμάζει να κάνει μακροβούτι με τη μάσκα και τον αναπνευστήρα του. Βλέποντάς τον, ο πατέρας του φωνάζει από μακριά: «Ροδανέν, ντο καλαμάκιν σου, να ντόχεις στητόν». Και όσο ο Ροδανός παλεύει να τοποθετήσει τον αναπνευστήρα στη μάσκα του, τόσο ο πατέρας επιμένει. «Στητόν το καλαμάκιν σου, σου λέω». Ελπίζω κάποια στιγμή ο Ροδανός να καταλάβει. Εγώ πάντως, μολονότι δεν ευτύχησα ποτέ να έχω έναν πατέρα τόσο κατατοπιστικό, ομολογώ ότι ακολουθώ διαισθητικά τη συμβουλή εδώ και σαρανταέξι χρόνια. Όταν το καλαμάκιν σου πάψει να είναι στητόν –τότε είναι που αρχίζουν τα δύσκολα.

3. Βασανιστικός καύσωνας βαραίνει την παραλία σαν μολύβι, κόβεις τη νωθρότητα με το μαχαίρι: όλα ακινητοποιημένα, σιωπηλά και αδιάφορα. Ώσπου εντελώς αναπάντεχα, σηκώνεται ανάποδος αέρας: ελαφρύς και δροσερός, φουσκώνει τη θάλασσα και αφρίζει το νερό με πελώρια κύματα. Νιώθω να με διαπερνά σύγκορμο η ηλεκτροπληξία της αφύπνισης: πιτσιρίκια αρχίζουν να τσιρίζουν ξεκαρδισμένα, σαν κάποιος να τους γαργάλισε ξαφνικά τις πατούσες. Ζευγαράκια σκαρώνουν παράτολμα χάδια, χρησιμοποιώντας τον αφρό σαν καμουφλάζ. Έφηβες παρέες κάνουν κωλοτούμπες και σκάνε άτακτα μέσα στο νερό χαχανίζοντας δυνατά. Ακόμα και στο πρόσωπο των ηλικιωμένων διακρίνεται εμφανώς μία διάθεση ιλαρότητας. Μέσα σε λίγα λεπτά, φαίνεται σαν κάποιος θεός να εμφύσησε την πνοή του στο πρόσωπο της παραλίας, μετατρέποντάς την ξανά σε ψυχή ζώσα.

Κάπως έτσι, ξέρετε, φαντάζομαι την επανάσταση. Σαν μία ξαφνική αλλαγή του αέρα, που ξανακάνει τους ανθρώπους ζωντανούς. Σαν ένα απρόσμενο εμφύσημα του πνεύματος, που αλλάζει το νόημα του χρόνου και την προοπτική του κόσμου.

Πηγή: e-dromos.gr



Δημήτρης Ουλής: Σχετικά με τον Συντάκτη




Διαβάστε Περισσότερα »

Παρασκευή 7 Ιουλίου 2017

Οι σκουπιδιές θα ανθίσουνε και φέτος

Δημήτρης Ουλής


Η πόλη της Λεονίας φρεσκάρει τον εαυτό της καθημερινά. Στα πεζοδρόμια, τα υπολείμματα της χθεσινής Λεονίας περιμένουν το σκουπιδιάρη. Κανένας δεν αναρωτιέται πού πηγαίνουν οι σκουπιδιάρηδες καθημερινά το φορτίο τους. Κάθε χρόνο όμως η πόλη επεκτείνεται, και οι σκουπιδιάρηδες πρέπει να πηγαίνουν όλο και πιο μακριά· η ποσότητα των σκουπιδιών αυξάνεται και οι σωροί τους μεγαλώνουν, στρωματοποιούνται, απλώνονται σε μεγάλη περίμετρο.

Τα σκουπίδια της Λεονίας θα κατακτούσαν σιγά-σιγά τον κόσμο, αν στον ατελείωτο σκουπιδότοπο δεν πίεζαν, πέρα από την τελευταία τους κορυφογραμμή, οι σκουπιδότοποι άλλων πόλεων, που με τη σειρά τους διώχνουν μακριά τους ολόκληρα βουνά από σκουπίδια. ΄Ισως ολόκληρος ο κόσμος, πέρα από τα σύνορα της Λεονίας, να είναι σκεπασμένος με κρατήρες σκουπιδιών, από τους οποίους ο καθένας έχει στο κέντρο του μια μητρόπολη που εκρήγνυται συνεχώς.

Όσο περισσότερο αυξάνεται το ύψος των σκουπιδιών, τόσο πιο έντονος γίνεται ο κίνδυνος των κατολισθήσεων: αρκεί ένα κουτί κονσέρβας, ένα παλιό λάστιχο, μια νταμιτζάνα χωρίς ψάθα να κυλήσει προς την πλευρά της Λεονίας, και μια χονοστιβάδα από παράταιρα παπούτσια, παλιά καλαντάρια, ξερά λουλούδια, θα βουλιάξει την πόλη στο ίδιο της το παρελθόν. Αυτό που η ίδια κάνει ό,τι μπορεί για να αποποιηθεί και να ξεχάσει.

Φαίνεται ωστόσο ότι οι κατολισθήσεις παρεμποδίζονται κι από έναν ακόμα παράγοντα: τις μεγάλες σκουπιδιές που ανθίζουν, θεριεύουν και απλώνονται ολοένα γύρω από τους μπλε και πράσινους κάδους της πόλης. Έτσι που, στην ατέρμονη συναρμογή των πολυκατοικιών και των κάδων τους, οι σκουπιδιές να μοιάζουν τελικά με μια πλούσια και μακριά περικοκλάδα, ένα άλσος από σκουπιδόδεντρα, που επιτελεί ρόλο φυσικού αναχώματος απέναντι στον κίνδυνο. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος, για τον οποίο οι κάτοικοι της Λεονίας φροντίζουν με τέτοιο ασίγαστο ζήλο το κομμάτι του άλσους που τους αναλογεί, αντικαθιστώντας καθημερινά τις φθαρμένες σακούλες σκουπιδιών με καινούργιες, και ποτίζοντάς τες τακτικά με φρέσκο σκουπιδόζουμο.

Τα οφέλη είναι πολλά, γιατί –μεταξύ άλλων– οι κάτοικοι της Λεονίας έχουν πάρει οριστικό διαζύγιο ακόμα και από τις πιο «αθώες» ψυχοτρόπες ουσίες. Τι χρειάζεται, στ’ αλήθεια, ο μισός καπνός και η μισή νταφού, τι ανάγκη υπάρχει από τα γάρα και τα μπαφίδια, όταν το σκουπιδίαμα κατακλύζει την πόλη σαν άλλο θυμίαμα, και η ευωδία που εκλύεται και μόνο από το τίναγμα της ανθισμένης σκουπιδιάς, έχει τη δυνατότητα να φέρει τους πάντες σε κατάσταση φυσικής ευδαιμονίας;

Ας μακαρίσουμε, συνεπώς, τη Λεονία, την πόλη με τις μεγάλες σκουπιδιές. Που, δόξα τω Θεώ, ανθίσανε και φέτος. Και ας αισθανθούμε λύπη για ένα και μόνο πράγμα: ότι η πόλη είναι ορατή. Υπερβολικά ορατή. Τόσο, που θα ευχόσουν να υπήρχε ένα απορρυπαντικό τζαμιών για να την ξανακάνει αόρατη. Ακριβώς όπως την οραματίστηκε ο Ίταλο Καλβίνο.

Πηγή: e-dromos.gr



Δρόμος της Αριστεράς: Επιλογές




Διαβάστε Περισσότερα »

Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017

Αρχαιοπληξία mini size

Δημήτρης Ουλής


Καταφεύγουμε συχνά στην παιδική χαρά με την κόρη μου –εκείνη για να παίξει με τα παιδάκια και τα χώματα, εγώ για να ξεκλέψω λίγο χρόνο σχετικής αμεριμνησίας και να διαβάσω. Το ανθρωπολογικό μου δαιμόνιο ωστόσο καιροφυλακτεί πάντοτε, ιδιαίτερα απέναντι σε περιστατικά τα οποία μου τυχαίνουν κατ’ επανάληψη (ό,τι επαναλαμβάνεται στη ζωή σας, προσέξτε το. Φέρει μαζί του πάντοτε ένα μήνυμα). Μου κάνουν ιδιαίτερη εντύπωση τα ονόματα των σημερινών μικρών παιδιών. Δέκα μόνο λεπτά να παραμείνεις στην παιδική χαρά, και το αυτί σου κατακλύζεται από τις τσιρίδες και τις εκκλήσεις των μαμάδων και των γιαγιάδων, προς όλους τους θεούς, τις θεές, τους ήρωες και τις ηγερίες της αρχαίας Ελλάδας. «Νεφέλη, έλα εδώ!» «Ιάσονα πρόσεξε! Θα πέσεις!» «Δανάη, σε παρακαλώ, παίξε φρόνιμα με τα άλλα κοριτσάκια!». Όπου και να γυρίσεις το κεφάλι, ο Οδυσσέας, ο Πάρης, ο Ιάσονας, και ο Αχιλλέας τρέχουν σε ασταμάτητο κυνηγητό. Ενώ η Αριάδνη και η Δάφνη κάνουν τραμπάλα εκ περιτροπής με την Αντιγόνη και την Κλεοπάτρα.

Αλλά το κακό δεν σταματά εδώ. Διότι ακόμα κι αν σε ανύποπτο χρόνο, ακουστεί ένα συμβατικότερο όνομα, οι ίδιοι πάντοτε γονείς και κηδεμόνες θα σπεύσουν αμέσως να το γυρίσουν στο αρχαιοπρεπέστερο. Θα φωνάξουν τον Κώστα «Κωνσταντίνο», και τον Γιάννη «Ιωάννη». Θα πουν τον Μιχάλη «Μιχαήλ» και τον Νίκο «Νικόλα».

Μπροστά σε μία τέτοια σκανδαλώδη συνάρθρωση παιδοκολακείας και αρχαιοπληξίας, σκέφτομαι κατ’ αρχάς, τη μεγάλη απούσα των σύγχρονων παιδότοπων –τη Μήδεια. Το όνομα ετυμολογείται από το ρήμα μέδομαι, που σημαίνει σκέφτομαι (πρβλ. την αγγλική λέξη meditation). Και αποτελεί εξάπαντος ένα από τα ηχηρότερα παράδοξα του Ευριπίδη, ότι ταύτισε τη Μήδεια (ίσως το πιο οργισμένο, ανοίκειο και υπερβατικό πλάσμα που έπλασε ποτέ η αρχαία ελληνική τραγωδία) με την κατεξοχήν σκεπτόμενη ύπαρξη. Εξ ου και πιστεύω ότι το σβήσιμο της Μήδειας από τα κιτάπια των σημερινών γυναικείων ονομάτων συμβολοποιεί θαυμάσια τη σχέση μας με τους αρχαίους Έλληνες. Αυτούς ακριβώς τους οποίους αναμηρυκάζουμε και βροντοφωνάζουμε, αλλά ελάχιστα σκεφτόμαστε.

Αναλογίζομαι όμως και κάτι ακόμα: ότι οι σύγχρονοι προγονόπληκτοι γονείς, που πιστεύουν ότι τα παιδιά τους είναι, και κανένας άλλος, καλά θα έκαναν να βάλουν μια φορά στο μυαλό τους ότι ο χαϊδεμένος τους Αίας και η μικρή τους Αλκμήνη, ο ακριβός τους Ροδανός και η μονάκριβή τους Ιρις, το πιθανότερο είναι να καταλήξουν σερβιτόροι, παρκαδόροι και ανθρωπόμορφες γλάστρες καλλυντικών, με μισθό τριακόσια ευρώ μεικτά. Και ότι ίσως θα έπρεπε αντί να αντιμετωπίζουν τα πολύ «ιδιαίτερα» παιδιά τους σαν ημίθεους και ηγερίες, να τους προετοιμάσουν καλύτερα για το καθόλου ημιθεϊκό μέλλον που τα περιμένει, να τους υποδείξουν τρόπους επιβίωσης και αντίστασης στο καθεστώς αποικίας μέσα στο οποίο πρόκειται –τραγικά– να ενηλικιωθούν, και να τους εμφυσήσουν ένα φρόνημα περισσότερο αγωνιστικό, και λιγότερο ναρκισσιστικό.

Ναι, μικρέ μου Αινεία. Αυτό ακριβώς.

Πηγή: e-dromos.gr



Δρόμος της Αριστεράς: Επιλογές




Διαβάστε Περισσότερα »

Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017

Το σπίτι πουλήθηκε: αυτή είναι η ουσία

Του Δημήτρη Ουλή


Φίλοι και αναγνώστες της στήλης


…μου καταλογίζουν ότι έχω σταματήσει εδώ και καιρό να ασχολούμαι με ζητήματα της τρέχουσας πολιτικής, διολισθαίνοντας προοδευτικά σε ένα είδος χιουμοριστικής ηθογραφίας της νεοελληνικής αποικίας –ανάλογης με αυτήν που εκπονεί, λόγου χάρη, ο κύριος Κοσμάς Βίδος. Η αιτίαση είναι σοβαρή και πρέπει να απαντηθεί, με όλο το σεβασμό προς τον κύριο Βίδο –τον οποίο ομολογώ ότι απολαμβάνω πάντοτε να διαβάζω, καίτοι οι πολιτικές μας απόψεις απέχουν όσο η Γη από τη Σελήνη.

Θα αναγνωρίσω, κατ’ αρχάς, έναν πυρήνα αλήθειας στην αιτίαση: ύστερα από το φιάσκο της προδοσίας –συγνώμη, της «συνθηκολόγησης» ήθελα να πω– του 2015, η εγχώρια τρέχουσα πολιτική εκλύει μέσα μου ωστικά κύματα ανίας, λόγω του εξαιρετικά χαμηλού της επιπέδου και της αφόρητης κοινοτοπίας της. Το σπίτι πουλήθηκε: αυτή είναι η ουσία, αυτό είναι το πρωταρχικό πολιτικό «γεγονός». Να αρθρογραφείς κάθε τρεις και λίγο εναντίον της εκποίησης επιμέρους χώρων και αντικειμένων του σπιτιού (του καθιστικού, της κουζίνας, της μπιζουτιέρας) συνιστά για μένα, απλώς και μόνο, μηρυκαστικό αναμάσημα του πρωταρχικού αυτού γεγονότος –αναμάσημα με περισσότερο ψυχολογική, παρά πολιτική σημασία.

Γόνιμος και δημιουργικός πολιτικός λόγος μπορεί κατά την άποψή μου να σημαίνει μετά το 2015, μονάχα τρία πράγματα: να στοχάζεσαι πάνω σε στρατηγικές ακύρωσης του πλειστηριασμού, καταγγελίας του συμβολαίου εκποίησης του σπιτιού. Να επινοείς τρόπους συλλογικής και συνάμα ατομικής αντίστασης απέναντι στη βαρβαρότητα και τον εκτοπισμό της εκποίησης αυτής. Και να ξεμασκαρεύεις την πολυκέφαλη υποκρισία των εκάστοτε τεχνοκρατών και κομματικών πλασιέ, οι οποίοι σου πουλούν κολλητηλίκι (και συντροφιλίκι), όχι για να ακυρώσουν βέβαια την εκποίηση, αλλά για να την διεκπεραιώσουν –υποτίθεται– σε τιμή περισσότερο συμφέρουσα για σένα.

Νομίζω ότι όποιος εγκύψει στη στήλη με κάποια μεγαλύτερη συστηματικότητα, μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ότι οι θεματικές της σπονδυλώνονται διαρκώς γύρω από τις τρεις παραπάνω προκείμενες. Και από την άποψη αυτή, η στήλη παραμένει ανυποχώρητα πολιτική, έστω κι αν κάποτε δίνει την εντύπωση ότι αναλώνεται σε ένα ανθρωπολογικό ή ηθογραφικό απλώς σχόλιο. Θα τολμούσα, ωστόσο, να ισχυριστώ ότι ο πολιτικός χαρακτήρας της στήλης τεκμαίρεται και από ένα επιπλέον στοιχείο: ότι υπερασπίζεται το αίτημα να επανακτήσει η πολιτική την απολλεσθείσα πνευματικότητά της, ούτως ώστε να καταφέρει κάποτε να αποδοθεί ξανά την τάξη του στοχασμού. Προκειμένου όμως να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, η πολιτική οφείλει να πάρει σαφείς αποστάσεις από τα κακέκτυπα και τις καρικατούρες της –ακριβώς όπως για να αποδοθεί η θρησκευτική πίστη στον στοχασμό, χρειάζεται αντιστοίχως να πάρει σαφείς αποστάσεις από κάθε ειδωλολατρική καρικατούρα του Θεού.

Παραφράζοντας έτσι μία γνωστή χαιντεγγεριανή αποστροφή, θα έλεγα ότι η στήλη απαξιώνει την τρέχουσα εγχώρια πολιτική, μονάχα στο όνομα μίας πολιτικότερης αντίληψης της τελευταίας: μιας αντίληψης, δηλαδή, η οποία δεν ανέχεται άλλο να βλέπει την πολιτική να τελματώνει σε μία ατέρμονη διαδοχή ξεκατινιασμάτων και κοκορομαχιών, αλλά ζητά να τη θεμελιώσει εκ νέου σε ένα έλλογο και θεωρητικά διαυγασμένο αίτημα χειραφέτησης και ποιητικής μεταμόρφωσης του κόσμου.

Πηγή: e-dromos.gr



Δρόμος της Αριστεράς: Επιλογές




Διαβάστε Περισσότερα »

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Μεθεόρτια

Δημήτρης Ουλής


Μεγάλο Σάββατο βράδυ, ένα τέταρτο πριν το «Χριστός Ανέστη», ο ιερέας αναφωνεί το «Δεύτε λάβετε φως». Κάθομαι στην περίβολο του Αγίου Γεωργίου Καρέα, μεγάλη εκκλησία με θαυμάσιες αγιογραφίες, και περιμένω υπομονετικά το άγιο φως να φτάσει ως εμένα. Οι λαμπάδες φωτίζουν σιγά-σιγά ίσαμε το μπροστινό μου πηγαδάκι, ιεροπρεπής συγκίνηση και, παρά την πολυκοσμία, το κλίμα παραμένει κατανυκτικό. Μέχρις ότου ο κύριος μπροστά μου βγάζει από την τσέπη του ένα στριφτό τσιγάρο. Και το ανάβει από το φως της λευκής του λαμπάδας. Το πρώτο άγιο τσιγάρο του φετινού Πάσχα.

Είναι εντυπωσιακές οι διαρροές μετά το «Χριστός Ανέστη». Στην αρχή, μία συγκρατημένη κινητικότητα για τους ασπασμούς και τις ευχές – κάτι σαν ένα αμήχανο σημειωτόν. ΄Οσο όμως περνάει η ώρα, οι φυγόκεντρες δυνάμεις αυξάνουν, το βάδισμα ανοίγει, στα βλέμματα του πλήθους διακρίνει κανείς ανάγλυφο το άγχος της φυγής. Ο ελληνικός λαός θρησκεύει περισσότερο από ποτέ άλλοτε στη μαγειρίτσα. Ανήμερα Πάσχα δε, η παραπάνω συνθήκη καθίσταται ακόμα προδηλότερη. Από τον τέταρτο όροφο του σπιτιού μου, είχα φέτος τη χαρά να απολαύσω και πάλι την εορτάσιμη πασχαλινή τσικνομίχλη. Αρνιά και κοκορέτσια, φωνακλάδικες παρέες, Γωγώ Τσαμπά και καγκέλια να καλύπτουν ολόκληρο τον ηχητικό μου ορίζοντα. Ενώ στα μάτια μου, ένα διαρκές τσούξιμο: λίγο έλειψε να καταφύγω στο Μαλόξ.

Είναι τυχαίο, άραγε, ότι η «διακαινήσιμος εβδομάδα», που οφείλει την ονομασία της στον υποτιθέμενο αγώνα των πιστών για την υπαρξιακή τους ανακαίνιση εν Χριστώ – είναι τυχαίο ότι εκβάλλει στην Κυριακή του «άπιστου» Θωμά; Του μαθητή, δηλαδή, που δεν πίστεψε παρά μονάχα εφόσον εψηλάφησε; Δεν μοιάζει η λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας σαν να υπαινίσσεται ότι μπορεί μεν το κενοτάφιο να συνιστά μια συναρπαστική αφορμή χαράς, έναν έξοχο υπαινιγμό ελπίδας – όμως η πραγματική πίστη, δηλαδή η υπέρβαση της απιστίας, δεν κερδίζεται παρά μονάχα ύστερα από μία απτή και πραγματική ψηλάφηση; Και δεν θα όφειλε μία τέτοια συνειδητοποίηση να μας κάνει να αναρωτηθούμε τι ακριβώς ψηλαφήσαμε όλες αυτές τις άγιες μέρες – πέρα από σπληνάντερα και μπριζολίδια;

Πολλοί φίλοι μού καταλογίζουν – καλόπιστα – ένα είδος θεολογικής υποχονδρίας. Καθώς άλλωστε κι έναν ορισμένο πουριτανισμό, που με εμποδίζει να το «ρίξω έξω» μια φορά κι εγώ, βρε αδελφέ, σαν φυσιολογικός άνθρωπος. ΄Ισως για όλα τελικά να φταίει η μάνα μου (που ούτε γύφτισσα ήταν, αλλά ούτε και με βύζαξε αρκετά). Σε κάθε περίπτωση πάντως, δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό της ιδέας ότι οι νεοέλληνες έχουμε καταφέρει να εξυφάνουμε μια ιδιότυπη διαλεκτική ανάμεσα στον άδειο τάφο και το γεμάτο στομάχι. Με την πλησμονή του δεύτερου προσπαθούμε να αναπληρώσουμε την κενότητα του πρώτου.

Είναι κι αυτή μια στάσις – νιώθεται . Πολλώ δε μάλλον, αν λάβουμε υπόψη ότι είκοσι χρόνια τώρα, τα τηλεοπτικά μας κανάλια δεν δείχνουν τίποτε άλλο πέρα από συνταγές μαγειρικής.

Πηγή: e-dromos.gr



Δρόμος της Αριστεράς: Επιλογές




Διαβάστε Περισσότερα »

Τρίτη 11 Απριλίου 2017

Εκ βάθους κοιλίας

Του Δημήτρη Ουλή


Να τελειώνουμε κάποτε με αυτήν την υποκρισία. Δεν έχει νόημα να νηστεύεις τα αυγά και το τυρί, όταν νηστεύεις την πατρίδα, τη ζωή και τα όνειρά σου. Δεν έχει καμία σημασία αν βάζεις λάδι στο ρεβίθι, όταν έχεις ξεπουληθεί εκατό φορές ραγιάς και τσουτσέκι. Αρκεί η νηστεία που μας επιβάλλουν τα μνημόνια. Όποιος θέλει περισσότερη, αν δεν παραδεχτεί τη μαζοχιστική του παρέκκλιση, ας μας εξηγήσει τουλάχιστον το νόημα της πράξης του. Πού αποσκοπεί, επιτέλους, η νηστεία; Στη χαλιναγώγηση των παθών μας; Στην καθυπόταξη του «δαίμονα» της κοιλίας μας; Μα, αποτελεί κοινό τόπο της εμπειρίας μας ότι η νηστεία δεν κατευνάζει τα πάθη, αλλά τα βάζει απλώς σε παρένθεση – και επομένως μακροπρόθεσμα, τα διεγείρει. Το βλέπουμε ξεκάθαρα στην περίπτωση του φαγητού: πέφτουμε το Πάσχα σαν τα όρνεα πάνω στους οβελίες, τα κοκορέτσια, τα αυγά και τη μαγειρίτσα, όχι επειδή καταφέραμε να δαμάσουμε την κοιλία μας, αλλά επειδή αναστείλαμε απλώς για σαράντα μέρες την κατανάλωσή τους. Και τώρα, την τεσσαρακοστή πρώτη, είμαστε πλέον έτοιμοι να πάρουμε τη ρεβάνς.

Η αναβολή της ικανοποίησης ισχυροποιεί την επιθυμία, μας λέει η ψυχανάλυση. Εξ ου και η νηστεία εξυπηρετεί θαυμάσια τα προτάγματα του καταναλωτισμού. Ακόμα πιο εξοργιστική από τη νηστεία, ωστόσο, θεωρώ τη μεταμοντέρνα σκηνοθεσία της – δηλαδή την προσομοίωσή της. Διότι τι άλλο συνιστά εν τέλει ο θεσμός της «Mac Σαρακοστής», πέρα από μία προσομοίωση νηστείας; Ένας ολόκληρος ιδεολογικός μηχανισμός έχει στηθεί (συχνά με την ανοχή της επίσημης Εκκλησίας), προκειμένου να μας πείσει ότι, λίγο-πολύ, νηστεία σημαίνει αλλαγή διαιτολογίου. Τίποτε το ιδιαιτέρως ασκητικό δεν πιστεύω εν τούτοις ότι υπάρχει σε ένα χάμπουργκερ με μπιφτέκι λαχανικών ή σόγιας. Και καμία ιδιαίτερη πνευματικότητα δεν μπορώ να προσποριστώ από τα φρέσκα θαλασσινά, τα χταποδάκια, τις γαρίδες και τις «νηστίσιμες» μακαρονάδες, οι οποίες κοσμούν αυτήν την περίοδο τόσο συχνά το μεσημεριανό μας τραπέζι. Έχω ανάγκη από πολύ σοβαρότερα κριτήρια για να νοηματοδοτήσω την πρακτική της νηστείας. Ειδάλλως, αισθάνομαι απλώς ότι επιδίδομαι σε αυτοεμπαιγμό.

Νηστεύω την πατρίδα, τη ζωή και τα όνειρά μου. Όχι κατά τρόπο θρησκευτικό ή εθιμοτυπικό, αλλά κυριολεκτικά και εν τοις πράγμασι. Γι’ αυτό και η μοναδική νηστεία που θα είχε νόημα για μένα κατά διάρκεια της Σαρακοστής είναι η νηστεία από την ετοιματζίδικη ευλάβεια και την ταχυφαγική ασκητικότητα, η αποχή από τον κυνισμό, την ιδιωτεία και την επιθετικότητα, στις οποίες μας έχει εξωθήσει προ πολλού η πολιτική, οικονομική και θρησκευτική ηγεσία της αποικίας, η αυστηρή εγκράτεια απέναντι στην τελετουργική τυπολατρεία και τον γλυκερό συναισθηματισμό του Ιησού από τη Ναζαρέτ. Και η αποταγή ενός καταναλωτικού συστήματος αξιών, το οποίο πασχίζει να συρρικνώσει την επιθυμία μου στο επίπεδο ενός σκύλου που ικετεύει για το κόκκαλό του.

Αναλογιστείτε όσα σας γράφω σύντροφοι, και μην με παρεξηγήσετε. Όσο για τους κρεοπώλες, θα σας συμβούλευα να μην τους ενοχλείτε την εβδομάδα που έρχεται. Έχουν χιλιάδες αρνιά να σφάξουν μέχρι το Πάσχα.

Πηγή: e-dromos.gr



Δρόμος της Αριστεράς: Επιλογές




Διαβάστε Περισσότερα »